Τετάρτη 8 Αυγούστου 2012

Tό θέρος τῶν βροτῶν





Ὁ δρόμος εἶναι σκληρός
ἀνεβαίνεις ψηλά
ἀφήνεις πίσω σου
λεπίδες γαλάζιου
τό παγωμένο αἷμα τῶν βροτῶν

ἔπειτα ἀντικρίζεις
τίς γυμνές κορφές
κόλπους κωνοφόρων
φρέσκια κόπρο
στή ζεστή μουσική τῆς μύγας

Φτάνεις στα ὁροπέδια τοῦ θανάτου
μικρά πήλινα ἀλογάκια
ἕνας σπασμένος καρπός
πού κρατᾶ εὐγενικά,
σχεδόν ἀνεπαίσθητα,
μιά λέξη

κομψά δάκρυα τερακόττας
κι ἕνας ψηφιδωτός ἀετός
στά νύχια του ἡ ὑπομονετική λεία
ἐπιτύμβια
δάπεδα κι ὁροφές
ὁ δρόμος εἶναι σκληρός
ἀνελέητα πετρώματα
ἐργάτες πού σκάβουν σέ στοές
κι ἔπειτα πυρωλύουν τή γῆ

ὁ μηχανικός μ᾽ ἕναν κάβουρα
σβησμένο στά χείλη
ἀφουγκράζεται τίς νύχτες
τήν ἀνάσα τῆς μηχανῆς

Στούς κύκλους τῶν ἀτέρμονων ἡμερῶν
καράβια μεταφέρουν τά σπλάχνα τῆς πέτρας

Ἕνα λευκό ἀστείρευτο φῶς
ἕνας ἄνδρας νεκρός
ναυτικός ἀπό χρόνια
ἡ κυρά του ἐνθυμεῖται
τά ταξίδια τους στήν κορυφή τοῦ κόσμου

Φῶς ἀνελέητο φῶς
ἡ κάθοδος τοῦ νεαροῦ Ἀνάχαρση
Ἀνασκολοπισμένες σελίδες

Ἕνα στόμιο πηγῆς
δύο δρόμοι θανάτου
Mιά γυναίκα λουσμένη στό φῶς
σάρκα λευκή
γραμμές τέλειες
σ᾽ ἕνα σοκάκι
Oἱ ἄνθρωποι ἀντέχουν
σμιλεύουν τό θάνατο
ἄλλοτε πάλι
τόν ξεπροβοδίζουν
μέ μαντήλια
καί κανονάκια
ἐδώλια ἀναμνήσεων
κτερίσματα ἡδονῆς
γήινες λάρνακες
γιά τόν σπλαχνικό χορό
τῶν νεκρῶν

Ὁ δρόμος εἶναι σκληρός
στέρφα κυπαρίσσια
καί ρωγμές πολύτιμων χυμῶν
ἡ λεοντή μιᾶς ἀλεποῦς στήν ἄσφαλτο
μ᾽ ἄθικτο βλέμμα
δίφορες ὁπῶρες
Ἀμυγδαλιές στό χαντάκι
λιτές ἀχλαδιές
σάν κορμί ἀγρότισσας
οἱ καστανιέτες τῆς φιστικιᾶς
κι᾽ ἕνα σκασμένο σῦκο
σάν τήν ὁδύνη
γυναίκας
βιασμένης

Διάφανο δάκρυ
στό ἰκρίωμα σκιᾶς
δυό στόμια γαλαρίες
κι ἕνας σωρός θολός
κιτρινόμαυρης σιωπῆς
ἡ ἀγωνία τοῦ ἐγκλωβισμένου
ἡ δίψα πού γίνεται πνιγμός

Ὁ δρόμος εἶναι σκληρός
ἕνας βόμβος
ὅπως ἀχνίζουν οἱ πέτρες
οἱ πόλεις
τά φαντάσματα
οἱ ἄνθρωποι
στόν ἥλιο

Ἔπειτα σιωπή

Στήν ἀρχή νομίζεις
ὅτι ἡ τοιχογραφία
εἶναι φωτογραφία
αὐτές οἱ διάφανες κυψελίδες
μέ τά τσακισμένα κρανία
προτάσεις λόγου τραγικοῦ

Ὁ δρόμος εἶναι σκληρός
ἡ σιωπή τῆς σφαγῆς

Ἕνα παιδί πυρπολεῖ τό ναό
καίγεται το χρυσάφι τοῦ Παντοκράτορα
καίγεται ἡ φυλακή τοῦ βλέμματος
καίγονται τά μάρμαρα τοῦ συγκρητισμοῦ
καίγονται οἱ Ἀνακριτές
καίγονται φάκελοι, μητρῶα
καί λίστες μελλοθανάτων
καίγονται ἐπιδόσεις, ἐπιτάξεις
καί λύσεις ὁριστικές
καίγονται προικοσύμφωνα καί διαθῆκες
καίγονται τά ἀπομνημονεύματα
τῶν στρατοπέδων τῆς ὁδύνης

Tή νύχτα κόβονται οἱ ἀνάσες
ὁ γαλαξίας κυρτώνει σέ ράχες δελφινιῶν
ρεύματα ὑπόγεια
ὑποδηλώνουν
τόν ἔρωτα
τή φωτιά στά σπλάχνα

Kάτω από τόν ἔναστρο οὐρανό
λάμψεις μεταλλικές
μεταφέρουν ψυχές
συσκευασμένη κατάρα
γιά τά θυσιαστήρια
τῆς σάρκας τῶν παιδιῶν

Ἕνα παιδί πυρπολεῖ τό ναό
τό θέρος τῶν βροτῶν
εἶναι τό καλοκαίρι μας.


Γιώργος Γιαννόπουλος

Από την ποιητική συλλογή Tό θέρος τῶν βροτῶν, εκδ. ΕΝΕΚΕΝ, Θεσσαλονίκη 2010.

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2012

Ο τραγικός λόγος της ιστορίας



Καθώς η κρίση οξύνεται και βυθίζει στην αθλιότητα την κοινωνία γίνεται όλο και περισσότερο έντονη η ανάγκη να κατανοηθεί το φαινόμενο σε βάθος, να μελετηθούν οι επιπτώσεις του και να προταθούν λύσεις για την αντιμετώπισή του. Οι στιγμές είναι κρίσιμες, γιατί όλοι αισθάνονται ότι ζούμε σε μια μεταβατική περίοδο με τις εξελίξεις, σφοδρού ίσως χαρακτήρα, να βρίσκονται μπροστά μας. Μέσα στην πολυφωνία των απόψεων που αναπόφευκτα διατυπώνονται δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει πως κάθε σοβαρή εκτίμηση για την κρίση δεν μπορεί να στηρίζεται σε κάποιες υποτιθέμενες «μαντικές» ικανότητες αλλά στη μελέτη του παρελθόντος, στην καλλιέργεια δηλαδή της ιστορικής γνώσης και συνείδησης.
   Η προσέγγιση αυτή διατυπώνεται και στη συνέντευξη που παραχώρησε ο Δημήτρης Δημητριάδης στη Fabienne Darge και δημοσίευσε στις 9 Ιουνίου η έγκυρη Le Monde με τον χαρακτηριστικό τίτλο: «Η Ελλάδα είναι νεκρή»1. Ο λόγος του Δημητριάδη είναι αποκαλυπτικός. Σχολιάζοντας την τρέχουσα πραγματικότητα επισημαίνει ότι η ελληνική κοινωνία είναι εγκλωβισμένη σε έναν κενό περιεχομένου φορμαλισμό, σε «στερεότυπα» που στραγγαλίζουν κάθε πνευματική αναζήτηση και καθηλώνουν τη δημιουργική σκέψη. Η χώρα, λέει παραφράζοντας έναν στίχο του Πωλ Ελυάρ, ζει κάτω από το φως ενός νεκρού άστρου. Αναφερόμενος στην ιστορική συγκυρία και στην ανησυχητική άνοδο του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής ο Δημητριάδης λέει ότι «θα πρέπει να ξεκινήσουμε τη μελέτη της ιστορίας και των κύκλων της. Για παράδειγμα», συνεχίζει, «πώς στην παρούσα συγκυρία να μη σκεφτόμαστε την Δημοκρατία της Βαϊμάρης και τη Γερμανία στη δεκαετία του 1920;»
   Κι επειδή το παράδειγμα διατυπώνεται συχνά, τίθεται το ερώτημα, τι ακριβώς εννοούμε όταν αναφερόμαστε στη Γερμανία του 1920; Aς επισημάνουμε λοιπόν κάποια στοιχεία από εκείνη την κρίσιμη περίοδο έστω και μέσα από τα στενά περιθώρια του σημειώματος αυτού.
   «Λίγοι Γερμανοί σκέπτονταν τον Χίτλερ στα “χρυσά χρόνια” της Βαϊμάρης στα μέσα της δεκαετίας του 1920. Οι εσωτερικές εξελίξεις μέσα στο κόμμα του δεν ενδιέφεραν και δεν αφορούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού. Ελάχιστη προσοχή έδιναν στον πρώην ταραχοποιό του Μονάχου, ο οποίος τώρα δεν φαινόταν να είναι τίποτε παραπάνω από ένα στοιχείο οξύτητας στην πολιτική σκηνή. Εκείνοι οι οποίοι τον λάμβαναν υπόψη τους ήσαν συχνά απορριπτικοί ή συγκαταβατικοί ή και τα δύο. Τυπικό ήταν το σχόλιο της κυριότερης φιλελεύθερης καθημερινής εφημερίδας της Γερμανίας, της Frankfurter Zeitung, η οποία έριχνε απλώς μια περιφρονητική ματιά από καιρό σε καιρό προς την κατεύθυνση των εθνικοσοσιαλιστών. “O Χίτλερ δεν έχει σκέψεις, ούτε υπεύθυνο στοχασμό αλλά μόνον μια έμμονη ιδέα. Έχει ένα δαίμονα μέσα του”, έγραφε κάποιο σχετικό άρθρο της 26ης Ιανουαρίου του 1928. “Είναι ζήτημα μανιακής ιδέας με αταβιστικές ρίζες, το οποίο αφήνει στην άκρη την περίπλοκη πραγματικότητα και την αντικαθιστά με μια πρωτόγονη ανταγωνιστική οντότητα... Φυσικά ο Χίτλερ είναι ένας επικίνδυνο τρελός... Αν αναρωτηθεί κανείς πώς ο γιος ενός μικρού τελωνειακού υπαλλήλου της Άνω Αυστρίας έφθασε σ’ αυτήν την τρέλα, τότε έχει να πει μόνον ένα πράγμα: εισέπραξε την πολεμική ιδεολογία απολύτως φιλολογικά και την ερμήνευσε τόσο πρωτόγονα όσο κάποιος που θα ζούσε την εποχή του Völkerwanderung” —την περίοδο των βαρβαρικών εισβολών στα τέλη της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας»2.
   Αξιοσημείωτο ενδιαφέρον με τη σημερινή συγκυρία παρουσιάζει επίσης η μελέτη των εκλογικών αποτελεσμάτων της Αριστεράς σε σχέση με το ναζιστικό φαινόμενο, την περίοδο της Βαϊμάρης.
   «Tα αποτέλεσμα των εκλογών του Ράιχσταγκ στις 20 Μαΐου του 1928 φαινόταν να επιβεβαιώνουν την ορθότητα εκείνων οι οποίοι κήρυσσαν εδώ και χρόνια το τέλος του Χίτλερ και του κινήματός του... Οι πραγματικοί νικητές ήταν τα κόμματα της Αριστεράς. Το SPD και το KPD είχαν σημαντικές νίκες. Τις πιο σοβαρές απώλειες είχαν οι Γερμανοί εθνικιστές... Με το αξιοθρήνητο 2,6% των ψήφων, το NSDAP κέρδισε μόνο δώδεκα έδρες... Παρά τις προσπάθεις του Gobbels να κερδίσει τον αγώνα στις “κόκκινες” περιοχές του Βερολίνου, οι ναζί πήραν μόνο 1,57% των ψήφων στην πρωτεύουσα. Στο “κόκκινο” Wedding, τυπική περιοχή της εργατικής τάξης, το ναζιστικό κόμμα πήρε μόνο 1.742 ψήφους έναντι 163.429 που πήραν τα κόμματα της Αριστεράς... Τελικά υπήρξε τουλάχιστον η παρηγοριά ότι οι δώδεκα ναζί που εισήλθαν στο Ράιχσταγκ θα είχαν ασυλία τώρα πια, κατά τις δηλητηριώδεις επιθέσεις που εξαπέλυαν κατά των αντιπάλων τους και —κάτι ίσως ακόμη σπουδαιότερο— καθημερινή αποζημίωση και εισιτήριο ελευθέρας στο τρένο, ώστε να χρησιμοποιούν τον κρατικό μεταφορέα και να ταξιδεύουν πρώτη θέση κάθε φορά που θα έπρεπε να ασκήσουν πίεση σε πιθανούς μελλοντικούς χρηματοδότες... “Μπαίνουμε στο Κοινοβούλιο όπως ο λύκος στο μαντρί με τα πρόβατα”, ανακοίνωσε ο Gobbels στους αναγνώστες του στην Angriff»3.
   Οι δραματικές αλλαγές στην πολιτική πραγματικότητα στη Γερμανία του Μεσοπολέμου πυροδοτήθηκαν από την παγκόσμια κρίση του καπιταλιστικού συστήματος και το χρηματιστηριακό κραχ του ’29.
   «Η ναζιστική ηγεσία δεν αναγνώρισε αμέσως τη σημασία του κραχ στην αμερικανική χρηματογορά, τον Οκτώβριο του 1929. Η Völkischer Beobachter δεν ανέφερε καν τη Μαύρη Παρασκευή της Wall Street. Η Γερμανία όμως σύντομα θα δεχόταν τους αντίκτυπους αυτού του γεγονότος. Η εξάρτησή της από τα αμερικανικά βραχυπρόθεσμα δάνεια, επιβεβαίωνε ότι οι συνέπειες θα ήταν εξαιρετικά σημαντικές. Η βιομηχανική παραγωγή, οι τιμές και οι μισθοί άρχισαν να παίρνουν τον κατήφορο, ο οποίος θα άγγιζε το ολέθριο κατώτατό του όριο το 1932. Η κρίση στη γεωργία είχε ενταθεί στο έπακρο. Γύρω στον Ιανουάριο του 1930, ο αριθμός των ανέργων είχε φθάσει τους 3.218.000, περίπου το 14% του πληθυσμού που βρισκόταν σε “ηλικία προς εργασία”. Στην πραγματικότητα ξεπερνούσε τα 4,5 εκατομμύρια».
   Να σημειώσουμε ότι σήμερα «Ισπανία και Ελλάδα κατέχουν τα σκήπτρα στα ποσοστά της ανεργίας μεταξύ των 27 μελών της Ε.Ε., ενώ ακολουθούν η Κροατία, η Λετονία, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία. Στην Ισπανία η ανεργία διαμορφώθηκε συνολικά σε 23,8%, κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σε 50,8% για τους νέους κάτω των 24 ετών και σε 21,5% για τους νέους άνω των 25 ετών. Αντίστοιχα στην Ελλάδα, το ποσοστό της ανεργίας στο σύνολο του πληθυσμού αντιστοιχεί το πρώτο τρίμηνο σε 21,5%, διευρύνεται σε 52,1% για τους νέους κάτω των 24 ετών, ενώ οι άνεργοι άνω των 25 ετών αντιστοιχούν σε 19,5%. Είναι χαρακτηριστικό πάντως ότι στην Ε. Ε. των 27 οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 6.390.000 άτομα στο τελευταίο τρίμηνο του 2011 συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2008. Ωστόσο, ο αριθμός αυτός αναθεωρείται σε 8.259.000 άτομα, μετά τη σημαντική αύξηση των ανέργων στο πρώτο τρίμηνο του 2012 σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2008, εξέλιξη που αντιστοιχεί σε μεταβολή άνω του 50%»5.
   Στην ιστορική περίοδο του τελευταίου αιώνα ο καπιταλισμός έχει εμφανίσει, εκτός των κρίσεων στην οικονομία, και δύο ολέθριους παγκόσμιους πολέμους. Με δεδομένη την ανησυχία που δημιουργεί η παρούσα κρίση του συστήματος τίθεται το ερώτημα: τι θα συμβεί αν τα γεγονότα στην οικονομία γίνουν ανεξέλεγκτα; Πώς θα αντιδράσουν οι καπιταλιστές αν αισθανθούν ότι κινδυνεύει η εξουσία τους; Τι επιπτώσεις μπορεί να έχει για τους λαούς της Ευρώπης η άνοδος των νεοναζιστικών ή ακροδεξιών μορφωμάτων;
   «Αυτό που συνέβη εκείνη τη μέρα υπήρξε ένας πολιτικός σεισμός. Σημειώνοντας το πλέον αξιοσημείωτο αποτέλεσμα στη γερμανική κοινοβουλευτική ιστορία, το NSDAP ανέβηκε μονομιάς, από τις δώδεκα έδρες και μόλις το 2,6% των ψήφων... στις 107 έδρες και στο 13.7% γεγονός που το κατέστησε δεύτερο κόμμα στο Ράιχσταγκ. Σχεδόν 6,5 εκατομμύρια Γερμανοί ψήφισαν τώρα το κόμμα του Χίτλερ —οκτώ φορές περισσότεροι από αυτούς που το ψήφισαν δύο χρόνια πριν. Η ατμομηχανή των ναζί είχε πάρει μπροστά... Ο Χίτλερ ήταν έξαλλος από χαρά...»6
   Η ανάγνωση του ιστορικού δράματος εντείνει σήμερα μια αίσθηση  τραγωδίας. Παρόλο που η υπόθεση του δράματος είναι γνωστή, ο χορός και οι πρωταγωνιστές μοιάζουν καθηλωμένοι στη θέση ενός παθητικού θεατή που έχει την αυταπάτη ότι τα όσα διαδραματίζονται μπροστά στα μάτια του δεν τον αφορούν. Εάν δεν υπάρξει έξοδος από αυτή την καθήλωση που παραπέμπει στην παράλυση του θύματος μπροστά στην θύτη, αν δεν ακουστεί ο τραγικός λόγος της ιστορίας, που προειδοποιεί κινδυνεύει με ακύρωση όχι μόνον η εμπειρία της κάθαρσης αλλά ολόκληρο το οικοδόμημα του πολιτισμού.
 
 ❏

1. Fabienne Darge, Dimitris Dimitriadis, «La Grèce est morte», Le Monde,  9.6. 2012.
2. Ιan Kershaw, Xίτλερ, 1889-1936: Ύβρις, μτφρ. Στέφανος Ροζάνης, εκδ. Scripta, Αθήνα 2005, σελ. 343
3. Ιan Kershaw, ό. π., σελ. 344.
4. Ιan Kershaw, ό. π., σελ. 360.
5. «Ελλάδα και Ισπανία πρωταθλήτριες ανεργίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση», Η Καθημερινή, 21.7. 2012.
6. Ιan Kershaw, ό. π., σελ. 377.

Έργο: Γιώργος Ανέστης, Κορεσμένοι παράλληλοι, 2004, μεικτήτεχνική σε γυψοσανίδα, 127x30x32cm, δίπτυχο.