Μόνον ασκώντας εξουσία η μάζα μαθαίνει να ασκεί την εξουσία.
Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να τη διδαχθεί.
Ρόζα Λούξεμπουργκ
Ρόζα Λούξεμπουργκ
Αγανάκτηση: θυμός, έντονη δυσανασχέτηση, ιδίως αυτή που προκαλείται όταν θίγονται τα αισθήματα της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης ή του φιλότιμου.
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής,
Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής,
εκδ. Ιδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη
Υπάρχει πάντα κάτι το σημαντικό όταν κάθε φορά και κάτω από την πίεση των κοινωνικών εξελίξεων ανατρέχουμε στη σκέψη των διανοητών του εργατικού κινήματος προκειμένου να κατανοήσουμε την ιδιαιτερότητα του φαινομένου. Κι αυτό δεν γίνεται από κάποια ματαιόδοξη επιθυμία αυτοεπιβεβαίωσης, να αναλύουμε δηλαδή την κοινωνική πραγματικότητα μέσα από τη σιγουριά και τη δυσκαμψία μιας ιδεολογίας, αλλά επειδή η κοινωνική θεωρία που έχουν επεξεργαστεί οι θεωρητικοί των κοινωνικών κινημάτων στηρίζεται ιδιαίτερα στη στενή και δυναμική σχέση που υφίσταται ανάμεσα στη θεωρία και την πολιτική πράξη.
Η διαπίστωση αυτή, που αποτελεί σημαντική θεωρητική κατάκτηση του κοινωνικού κινήματος, επιβεβαιώνει ακόμη μια φορά σήμερα την σπουδαιότητά της στο φαινόμενο των «αγανακτισμένων πολιτών». Πρόκειται για τις γνωστές σε όλους μας πλέον συγκεντρώσεις που εμπνέονται από τις πρόσφατες επαναστατικές διαδικασίες στις αραβικές χώρες. Αυτός ο νέος τρόπος κοινωνικής διαμαρτυρίας επιβάλλει την κατανόηση και την ανάλυσή του όχι μόνον ως κοινωνικό φαινόμενο αλλά γιατί πίσω από τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά διαγράφεται ολόκληρη η πολιτική πραγματικότητα.
Κι ακριβώς ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μαζικού αυτού κινήματος αυτού είναι η «επιθυμία» του να μην έχει πολιτικά χαρακτηριστικά, ή όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, πολιτική ιδεολογία. Πρόκειται για μια αντίφαση αυτή αντανακλά την πραγματικότητα της εποχής μας. Η αποκαλούμενη κρίση των ιδεολογιών και η συνακόλουθη κρίση πολιτικής εκπροσώπησης συνδυάζεται σήμερα με τη σφοδρή επίθεση που δέχονται οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματος. Επιπλέον στις εκφάνσεις μιας παγκόσμιας δομικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος η κατάρρευση και η σύνθλιψη των μεσαίων στρωμάτων, οι ταξικές αυταπάτες των οποίων αποτελούν ιμάντα μεταβίβασης της καπιταλιστικής νομιμοποίησης στο σύνολο του εργαζόμενου πληθυσμού, τροφοδοτεί και προσδιορίζει το ιδεολογικό και ψυχολογικό τους κενό.
Σε μια εποχή παγκοσμιοποιημένης διάρθωσης της παραγωγής και διανομής της παραγόμενης υπεραξίας τα αισθήματα «της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης ή του φιλότιμου» αποκαλύπτουν την κατάρρευση ενός μικροαστικού αξιακού συστήματος που ακυρώνει τώρα το ίδιο το σύστημα. Παράλληλα η κοινωνική υποβάθμιση και η προλεταριοποίηση σημαντικών τμημάτων του πληθυσμού, όπως η νεολαία, οι γυναίκες, οι άνεργοι και οι μετανάστες που μπορεί να περιθωριοποιούνται από την αγορά εργασίας διαθέτουν όμως ακόμη όλα τα κοινωνικά και πολιτικά τους εφόδια δημιουργεί μια νέα κοινωνική και πολιτική δυναμική.
Η κοινωνιολογική σύνθεση των μαζών που αγανακτισμένοι συγκεντρώνονται στην Πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα ή μπροστά στον Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης είναι χαρακτηριστική. Άνεργοι νεολαίοι, φοιτητές σε αδιέξοδο, αλλά και ταλαιπωρημένοι μαγαζάτορες και μικροϊδιοκτήτες, αυτοαπασχολούμενοι και απελπισμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, αποτελούν τη μικρομετρική σύνθεση των μαζών που θέλουν να δηλώσουν την αγανάκτησή τους. Κι αυτή η κοινωνική και πολιτική τους πραγματικότητα προσδιορίζει τη δυναμική και τα όρια του πολιτικού φαινομένου. Η επιθυμία για απουσία πολιτικού περιεχομένου ή ιδεολογίας είναι σαφώς μια μικροαστική αυταπάτη. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως η άποψη αυτή προβάλλεται επίμονα από τους σημαντικότερους φορείς ιδεολογικούς εκφραστές του ταξικού συστήματος, δηλαδή τα ΜΜΕ και τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η πρόθεση των ακροδεξιών και εθνικιστικών πολιτικών οργανώσεων να στρέψουν την αγανάκτηση των πολιτών στην πολιτική μισαλλοδοξία και να την εθίσουν στην εγκληματική πολιτική του φασισμού και των πολιτικών του πρακτικών. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πώς αρκετά από τα συνθήματα που ακούστηκαν στις συγκεντρώσεις αυτές παραπέμπουν στην ισοπεδωτική και δηλητηριώδη ατμόσφαιρα της φασιστικής ιδεολογίας.
Αντίδοτο στην επικίνδυνη αυτή ροπή στάθηκε ακόμη μια φορά η παρουσία και η δραστηριοποίηση των αγωνιστών των κοινωνικών κινημάτων. Στον πολιτικό μικρόκοσμο της Θεσσαλονίκης ανάμεσα στους ακροβολισμένους ακροδεξιούς της Χρυσής Αυγής, τους πολιτευτές του ΛΑΟΣ και τους εθνικιστές του Δικτύου 21 που ψαρεύουν στα θολά, οι πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις του εργατικού κινήματος έδωσαν αποφασιστική μάχη για να κερδίσουν τη διάθεση των «αγανακτισμένων πολιτών». Μετά τους δισταγμούς και την ασάφεια της πρώτης ημέρας η επικράτηση ενός πνεύματος πολιτικής ωριμότητας και κοινωνικής συνείδησης δείχνει να απελευθερώνει το κοινωνικό δυναμικό. Η μορφή αυτοσχέδιας λαϊκής συνέλευσης που λαμβάνει χώρα στη σκιά του Λευκού Πύργου αποτελεί ενθαρρυντική ένδειξη μιας αυθεντικής δημοκρατικής διαβούλευσης που αξίζει να προσεχθεί.
Το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης είναι χαρακτηριστικό. Είτε με την παρέμβαση των πολιτικών οργανώσεων και των αγωνιστών τα συναισθήματα της οργής, της αγανάκτησης και της χαμένης αξιοπρέπειας, που γεννά η κρίση του καπιταλισμού, θα μετατραπούν σε κοινωνική συνείδηση και οδηγό για τη χειραφετική δράση των μαζών είτε το συναίσθημα θα κακοφορμίσει στη μνησικακία και τη μισαλλοδοξία που οδηγούν στον εθνικιστική κατάθλιψη και τον φασισμό. Το αποτέλεσμα της αναμέτρησης θα δείξει αν η διαχείρηση της κρίσης θα αποβεί προς όφελος των εκμεταλλευτών ή αν η μάζες, μέσα από την ίδια τους την κίνηση και την εμπειρία, είναι σε θέση να αναλάβουν την ευθύνη της συνολικής διαχείρισης της κοινωνίας και της προστασίας της από το αδιέξοδο που την έχει οδηγήσει η δίψα του καπιταλιστικού κέρδους και η βαθύτατες στρεβλώσεις που αυτή προκαλεί .
Η διαπίστωση αυτή, που αποτελεί σημαντική θεωρητική κατάκτηση του κοινωνικού κινήματος, επιβεβαιώνει ακόμη μια φορά σήμερα την σπουδαιότητά της στο φαινόμενο των «αγανακτισμένων πολιτών». Πρόκειται για τις γνωστές σε όλους μας πλέον συγκεντρώσεις που εμπνέονται από τις πρόσφατες επαναστατικές διαδικασίες στις αραβικές χώρες. Αυτός ο νέος τρόπος κοινωνικής διαμαρτυρίας επιβάλλει την κατανόηση και την ανάλυσή του όχι μόνον ως κοινωνικό φαινόμενο αλλά γιατί πίσω από τα μορφολογικά του χαρακτηριστικά διαγράφεται ολόκληρη η πολιτική πραγματικότητα.
Κι ακριβώς ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μαζικού αυτού κινήματος αυτού είναι η «επιθυμία» του να μην έχει πολιτικά χαρακτηριστικά, ή όπως χαρακτηριστικά σημειώνεται, πολιτική ιδεολογία. Πρόκειται για μια αντίφαση αυτή αντανακλά την πραγματικότητα της εποχής μας. Η αποκαλούμενη κρίση των ιδεολογιών και η συνακόλουθη κρίση πολιτικής εκπροσώπησης συνδυάζεται σήμερα με τη σφοδρή επίθεση που δέχονται οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματος. Επιπλέον στις εκφάνσεις μιας παγκόσμιας δομικής κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος η κατάρρευση και η σύνθλιψη των μεσαίων στρωμάτων, οι ταξικές αυταπάτες των οποίων αποτελούν ιμάντα μεταβίβασης της καπιταλιστικής νομιμοποίησης στο σύνολο του εργαζόμενου πληθυσμού, τροφοδοτεί και προσδιορίζει το ιδεολογικό και ψυχολογικό τους κενό.
Σε μια εποχή παγκοσμιοποιημένης διάρθωσης της παραγωγής και διανομής της παραγόμενης υπεραξίας τα αισθήματα «της αξιοπρέπειας, της δικαιοσύνης ή του φιλότιμου» αποκαλύπτουν την κατάρρευση ενός μικροαστικού αξιακού συστήματος που ακυρώνει τώρα το ίδιο το σύστημα. Παράλληλα η κοινωνική υποβάθμιση και η προλεταριοποίηση σημαντικών τμημάτων του πληθυσμού, όπως η νεολαία, οι γυναίκες, οι άνεργοι και οι μετανάστες που μπορεί να περιθωριοποιούνται από την αγορά εργασίας διαθέτουν όμως ακόμη όλα τα κοινωνικά και πολιτικά τους εφόδια δημιουργεί μια νέα κοινωνική και πολιτική δυναμική.
Η κοινωνιολογική σύνθεση των μαζών που αγανακτισμένοι συγκεντρώνονται στην Πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα ή μπροστά στον Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης είναι χαρακτηριστική. Άνεργοι νεολαίοι, φοιτητές σε αδιέξοδο, αλλά και ταλαιπωρημένοι μαγαζάτορες και μικροϊδιοκτήτες, αυτοαπασχολούμενοι και απελπισμένοι δημόσιοι υπάλληλοι, αποτελούν τη μικρομετρική σύνθεση των μαζών που θέλουν να δηλώσουν την αγανάκτησή τους. Κι αυτή η κοινωνική και πολιτική τους πραγματικότητα προσδιορίζει τη δυναμική και τα όρια του πολιτικού φαινομένου. Η επιθυμία για απουσία πολιτικού περιεχομένου ή ιδεολογίας είναι σαφώς μια μικροαστική αυταπάτη. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως η άποψη αυτή προβάλλεται επίμονα από τους σημαντικότερους φορείς ιδεολογικούς εκφραστές του ταξικού συστήματος, δηλαδή τα ΜΜΕ και τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η πρόθεση των ακροδεξιών και εθνικιστικών πολιτικών οργανώσεων να στρέψουν την αγανάκτηση των πολιτών στην πολιτική μισαλλοδοξία και να την εθίσουν στην εγκληματική πολιτική του φασισμού και των πολιτικών του πρακτικών. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πώς αρκετά από τα συνθήματα που ακούστηκαν στις συγκεντρώσεις αυτές παραπέμπουν στην ισοπεδωτική και δηλητηριώδη ατμόσφαιρα της φασιστικής ιδεολογίας.
Αντίδοτο στην επικίνδυνη αυτή ροπή στάθηκε ακόμη μια φορά η παρουσία και η δραστηριοποίηση των αγωνιστών των κοινωνικών κινημάτων. Στον πολιτικό μικρόκοσμο της Θεσσαλονίκης ανάμεσα στους ακροβολισμένους ακροδεξιούς της Χρυσής Αυγής, τους πολιτευτές του ΛΑΟΣ και τους εθνικιστές του Δικτύου 21 που ψαρεύουν στα θολά, οι πολιτικές και κοινωνικές οργανώσεις του εργατικού κινήματος έδωσαν αποφασιστική μάχη για να κερδίσουν τη διάθεση των «αγανακτισμένων πολιτών». Μετά τους δισταγμούς και την ασάφεια της πρώτης ημέρας η επικράτηση ενός πνεύματος πολιτικής ωριμότητας και κοινωνικής συνείδησης δείχνει να απελευθερώνει το κοινωνικό δυναμικό. Η μορφή αυτοσχέδιας λαϊκής συνέλευσης που λαμβάνει χώρα στη σκιά του Λευκού Πύργου αποτελεί ενθαρρυντική ένδειξη μιας αυθεντικής δημοκρατικής διαβούλευσης που αξίζει να προσεχθεί.
Το παράδειγμα της Θεσσαλονίκης είναι χαρακτηριστικό. Είτε με την παρέμβαση των πολιτικών οργανώσεων και των αγωνιστών τα συναισθήματα της οργής, της αγανάκτησης και της χαμένης αξιοπρέπειας, που γεννά η κρίση του καπιταλισμού, θα μετατραπούν σε κοινωνική συνείδηση και οδηγό για τη χειραφετική δράση των μαζών είτε το συναίσθημα θα κακοφορμίσει στη μνησικακία και τη μισαλλοδοξία που οδηγούν στον εθνικιστική κατάθλιψη και τον φασισμό. Το αποτέλεσμα της αναμέτρησης θα δείξει αν η διαχείρηση της κρίσης θα αποβεί προς όφελος των εκμεταλλευτών ή αν η μάζες, μέσα από την ίδια τους την κίνηση και την εμπειρία, είναι σε θέση να αναλάβουν την ευθύνη της συνολικής διαχείρισης της κοινωνίας και της προστασίας της από το αδιέξοδο που την έχει οδηγήσει η δίψα του καπιταλιστικού κέρδους και η βαθύτατες στρεβλώσεις που αυτή προκαλεί .
❏