Ο πατέρας μου Ίγκορ Γκεράσιμοβιτς Τερέντιεφ ήταν σκηνοθέτης, ηθοποιός, ποιητής και ζωγράφος. Γεννήθηκε στις 17 Γενάρη του 1892 στο Πάβλοφγκραντ, στην οικογένεια του συνταγματάρχη χωροφυλακής Γεράσιμου Τερέντιεφ και της πρωσίδας βαρόνης Ελιζαβέτα φον Ντερφέλντεν. Την καταγωγή του δεν την έκρυβε, κάτι για το οποίο, πιστεύω, πλήρωσε αργότερα.
Στις αρχές του 1900 η οικογένεια μετακόμισε στο Χάρκοφ όπου ο Ίγκορ τελείωσε το γυμνάσιο και μπήκε στη νομική σχολή του πανεπιστημίου της πόλης. Το 1912 ο Ίγκορ Τερέντιεφ πήρε μετεγγραφή στη νομική σχολή του πανεπιστημίου της Μόσχας. Στη Μόσχα έγινε δεκτός στο σπίτι του Βλαντισλάβ Χοντασέβιτς. Εκεί υπήρχαν ποιήματά του και πίνακες ζωγραφικής. Την ίδια εποχή γνωρίζει την αδερφή του συμφοιτητή του Μιχαήλ Καρπόβιτς. Την τρίτη μέρα γνωριμίας με τη Νατάσα Καρπόβιτς, τη μητέρα μου, της έκανε πρόταση γάμου. Εκείνη δέχτηκε να γίνει γυναίκα του. Τα πρώτα χρόνια έζησαν στην Τιφλίδα, στο σπίτι του πατέρα της Νατάσας, του Μιχαήλ Βικέντιεβιτς Καρπόβιτς.
Έτσι, η παραμονή της επανάστασης τον βρήκε στη Γεωργία. Όλες οι προσπάθειες να βρει δουλειά, αποδείχτηκαν ανεπιτυχείς. Έγραφε ποίηση, ζωγράφιζε, έπαιζε στη σκηνή. Μαζί με τον φουτουριστή ποιητή Αλεκσέι Κρουτσιόνιχ, τα αδέρφια Ζντανέβιτς, Ιλιά και Κιρίλ, ο Τερέντιεφ δημιούργησε τον καλλιτεχνικό κύκλο «41». Ήταν εκδότης μικρού αριθμού αντιτύπων ιδιόμορφων συλλογών ποιημάτων και ζωγραφικών έργων, έδινε διαλέξεις στο καλλιτεχνικό στέκι-υπόγειο Φανταστικό καπηλειό. Όλα αυτά βέβαια δεν του απέφεραν τα μέσα για να ζει. Για να βγάλει χρήματα, ο πατέρας αγόρασε ένα γάιδαρο τον οποίο φόρτωσε με φρούτα, ξυνόγαλα και διάφορα άλλα. Τον γάιδαρο, ύστερα από τρομερή ασιτία, αναγκάστηκε να τον πουλήσει, τα χρήματα δεν έφταναν ούτε για την τροφή του.
Όσο θυμάμαι τον πατέρα μου, όλο κάτι δημιουργούσε, πάντα ζωγράφιζε και έγραφε ποιήματα. Κάθε γεγονός το συνόδευε με ζωγραφιά. Γεννήθηκε η κόρη του (εγώ), εμφανίστηκε αυτοπορτρέτο με την κόρη στην αγκαλιά, έρχεται στο σπίτι η νταντά, έτοιμο το πορτρέτο της, ο πατέρας στη σκηνή, ακολουθεί η γελοιογραφία «Εγώ ο ηθοποιός», ιδρύθηκε η φουτουριστική ομάδα «41», πίνακας με τον Κρουτσιόνιχ, τον Ζντανέβιτς, τον Τερέντιεφ.
Το καλοκαίρι του 1923 ο πατέρας μετακόμισε στο Πέτρογκραντ. Εκείνο το διάστημα ο Κ. Μασεέβιτς ασχολιόταν με τη ριζική αναμόρφωση του Μουσείου Τεχνών και Πολιτισμού (γνωστού κατόπιν ως Κρατικού Ινστιτούτου Καλών Τεχνών), στην οποία συμμετείχαν ο Ματιούσιν, ο Μάνσκροφ, ο Τάτλιν και ο Φιλόνοφ. Στον Τερέντιεφ ανέθεσαν τη διεύθυνση του φωνολογικού τμήματος, το οποίο το μετασχημάτισε σε κέντρο μελέτης της ποιητικής γλώσσας. Ο Τερέντιεφ δίδασκε, έπαιρνε μέρος σε συζητήσεις, έγραφε άρθρα. Όπως ο ίδιος ομολογούσε σε γράμμα του στον Α. Κρουτσιόνιχ, ήταν μια εποχή υπέρτατης δημιουργικής δραστηριότητας. Επιθυμούσε να δώσει πνοή στην ομάδα, η οποία θα βρισκόταν στην αριστερή πλευρά του ΛΕΦ (Aριστερό Mέτωπο Tεχνών), θα ένωνε τον Μαρξ με την ποιητική γλώσσα, τον ματεριαλισμό με την αφαίρεση. Στις αρχές του 1924 άρχισε να σκηνοθετεί στο Εργαστήριο Διαφώτισης και στο Κόκκινο θέατρο το έργο του Τζον Ριντ (η πρεμιέρα δόθηκε στις 24 Οκτωβρίου 1924), το οποίο προκάλεσε πολυάριθμα άρθρα στον θεατρικό τύπο. Και τελικά, ύστερα από την αποτυχημένη απόπειρα να συνεργαστεί με τον θίασο του Ακαδημαϊκού Θεάτρου, ο Τερέντιεφ δημιούργησε το δικό του πειραματικό θέατρο, τη σκηνή του Οίκου εκδόσεων στη Φοντάνκα. Εκεί ανέβασε το Φοξ τροτ, σε κείμενα του Λ. Αντρέγιεφ ειδικά για τον Τερέντιεφ, το Μπογαλάκι και μετά την όπερα Τζον Ριντ σε μουσική Βλαντίμιρ Κασνίτσκι, τον Επιθεωρητή του Γκόγκολ, που η φουτουριστική του προσέγγιση προκάλεσε πραγματικό σκάνδαλο και τη Νατάλια Τάρποβα, πάνω στο μυθιστόρημα του Σεργκέι Σεμιόνοφ.
Δυστυχώς δεν έμεινε σχεδόν καθόλου υλικό από τις δουλειές του πατέρα. Γράφοντας για τον Τερέντιεφ, ο φιλόλογος Γκ. Φιοντόροφ, ο σκηνοθέτης Μ. Λεβίτιν, ο θεατρολόγος Κ. Ρουντνίτσκι, συγκέντρωναν το υλικό κυριολεκτικά σαν ψίχουλα. Τους συνάντησα όλους και με όλες μου τις δυνάμεις προσπάθησα να αναστήσω την εικόνα αυτού του καταπληκτικού ανθρώπου.
Η ζωή του ήταν πάντα ενδιαφέρουσα. Ακόμα και στη φυλακή, ακόμα και στο στρατόπεδο.
Το 1988, στην Ιταλία, εκδόθηκε η πρώτη και μοναδική συλλογή με έργα του Ίγκορ Τερέντιεφ, σε επιμέλεια του Ιταλού καθηγητή Marzio Marzaduri και της Τατιάνα Νικόλσκαγια από την Αγία Πετρούπολη. Όπως γράφουν στον πρόλογο: «τα κείμενα αυτού του τόμου συγκροτούν ένα θεμελιώδες μέρος του έργου του Ι. Τερέντιεφ και δίνουν δύο από τους πιο σημαντικούς σταθμούς της δραστηριότητάς του: του θεωρητικού και ποιητή της ομάδας “41”, του εφευρέτη και σκηνοθέτη του νέου θεάτρου». Ο Μ. Μarzaduri ανοίγει την εκτεταμένη εισήγησή του γράφοντας πως ο Τερέντιεφ προκαλούσε έκπληξη. Του αναγνώριζαν ταλέντο, φαντασία, ωστόσο του καταλόγιζαν έλλειψη προγραμματισμού και το σφάλμα ότι στήριζε τις παραστάσεις στους αυτοσχεδιασμούς. Μετά ακολουθούν οι κριτικές των χρόνων 1920-1930. «Ο Ίγκορ Τερέντιεφ είναι ένας μοναδικός σκηνοθέτης του Λένινγκραντ. Ένας παράφορος μάρτυρας του θεατρικού παραδόξου. Επίμονος παραμυθάς. Σκορπά νεωτερισμούς. Χωρίς αμφισβήτηση είναι ένας καλλιτέχνης-πειραματιστής που εντυπωσιάζει με τις ικανότητες, τις γνώσεις του για τα μυστικά της σκηνής, την τολμηρή του φαντασία, την πείρα να δουλεύει με τους ηθοποιούς, να εισχωρεί στην πιο λεπτή σχισμή της θεατρικής έκφρασης, όπου δεν μπορούν να φτάσουν άλλοι... Σχεδόν κάθε του παράσταση αφήνει διττή εντύπωση. Πολλά καινοτόμα στοιχεία έχουν βρεθεί, πολλά, δυστυχώς, έχουν χαθεί. Χωρίς δεύτερο λόγο, ο Ίγκορ Τερέντιεφ είναι μόνιμα στο προσκήνιο».
Στη ζωή, στην καθημερινότητα, ο πατέρας υπήρξε το ίδιο μυθοπλάστης και οι δικές μου παιδικές και εφηβικές αναμνήσεις αποκαλύπτουν ένα χείμαρρο θεατρικών επινοήσεων, πολλές φορές τρομακτικών, είναι αλήθεια, ωστόσο δεν έφταιγε αυτός αλλά η εποχή.
Το 1928 ο Ίγκορ Τερέντιεφ περιόδευε με το θέατρο του Οίκου του Τύπου στη Μόσχα, στο θέατρο Μέγιερχολντ. Οι παραστάσεις είχαν επιτυχία. Ο Λουνατσάρσκι πρότεινε στο θίασο να μετακομίσει στη Μόσχα, πολλοί είχαν δηλώσει στήριξη. Ωστόσο, ούτε στέγη ούτε χρήματα έλαβε ο Τερέντιεφ. Ο θίασος διαλύθηκε.
Με τη μητέρα μου μείναμε στη Μόσχα. Ο πατέρας έφυγε στην Ουκρανία. Ανέβασε στην Οδησσό τον Αλλόκοτο του Α. Αφινογκένοφ, τον Επιθεωρητή στο Χάρκοβο. Στο Ντνεπροπετρόβσκ, πριν οργανώσει το νεανικό ουκρανικό θέατρο, δούλευε στη Ρωσική Δραματουργία.
Το ουκρανικό νεανικό θέατρο γεννήθηκε από το εργαστήρι το οποίο αποτελούσαν νέοι, οι οποίοι δούλευαν στα εργοστάσια και συμμετείχαν σε ερασιτεχνικούς θιάσους. Ονομάστηκε Εργατικό Θέατρο του Ντνεπροπετρόβσκ. Τον πατέρα τον πλαισίωναν οι φίλοι του, οι συνάδελφοί του και οι βοηθοί που δούλευαν μαζί του από την αρχή της θεατρικής του δράσης στο Λένινγκραντ. Ο συνθέτης Βλαντίμιρ Κασνίτσκι, η γυναίκα του ηθοποιός Εμίλια Ινκ. Όλοι οι ηθοποιοί, ο σκηνοθέτης, ο συνθέτης και οι άλλοι συνάδελφοι ζούσαν στο ίδιο ξενοδοχείο, στον ίδιο όροφο. Οι πρόβες, οι συσκέψεις, οι συζητήσεις, συχνά πραγματοποιούνταν εκεί. Άρχισαν με τη σκηνοθεσία του έργου πάνω στο μυθιστόρημα του Ιβάν Λε Μεζιγκόριε.
Το έργο σημείωσε μεγάλη επιτυχία. Ο θίασος ετοίμαζε νέα πρεμιέρα. Ο Τερέντιεφ έγραφε μαζί με δύο νέους Oυκρανούς δραματουργούς το έργο CO2. Οι ηθοποιοί είχαν αρχίσει τις πρόβες. Έτσι πραγματοποιήθηκε το όνειρο του Τερέντιεφ να οργανώσει ένα νεανικό θίασο που θα ανέβαζε έργα πάνω σε επίκαιρα θέματα. Και ακριβώς τότε, ήταν στις αρχές του 1930, ο Ίγκορ Τερέντιεφ υπέβαλε αίτηση στο κόμμα. Τώρα, όπως θεωρούσε ο ίδιος, είχε με τι να πάει στο κόμμα. Και εδώ δεν έκρυψε την καταγωγή του. Μετά από δύο βδομάδες τον συνέλαβαν.
Εκείνες τις μέρες βρισκόμουν στο Ντνεπροπετρόβσκ. Καθόμασταν σε ένα από τα δωμάτια του ξενοδοχείου και ο ηθοποιός Φίμα Λίπκιν μας περιέγραφε τη φρίκη των εβραϊκών διώξεων, τις οποίες έζησε ως παιδί. Όλοι κρατούσαμε την ανάσα μας και ο Φίμα συνέχιζε: «Καθόμαστε, ακούμε, περιμένουμε... Θα περάσουν έξω από την πόρτα ή όχι;..»
Και ξαφνικά, χτύπησαν. Μπήκαν τρεις. Ζήτησαν τον Τερέντιεφ. Τον φώναξα. Ο πατέρας ήρθε. Του έδειξαν το ένταλμα σύλληψης και έρευνας. Όπως όλοι τότε, έφυγε με τη βεβαιότητα πως «εκεί θα τα ξεκαθαρίσουν...»
Στον Τερέντιεφ επιβλήθηκε πενταετής στέρηση της ελευθερίας, σύμφωνα με το άρθρο 58. Την κατηγορία τη συνέταξε μόνος του, ότι τάχα έκανε δολιοφθορά, ανατινάζοντας, αν δεν κάνω λάθος, μια γέφυρα. Τον έκλεισαν στη φυλακή του Ντνεπροπετρόφσκ. Ύστερα από ένα μήνα συνέλαβαν τον καλό του φίλο Κασνίτσκι. Άρχισαν οι μεταφορές, άρχισε η φρίκη. Τα χρόνια ήταν δύσκολα, πείνα, τι μπορούσαμε να συγκεντρώσουμε για να του στείλουμε; Από τα εσώρουχα καταλάβαμε ότι τον βασανίζουν. Ξέραμε πως ήταν δυνατός άνθρωπος και ελπίζαμε ότι θα αντέξει....
Απόσπασμα από το κείμενο της κόρης του Ίγκορ Τερέντιεφ σε επιλογή, σχόλια και μετάφραση της μουσικολόγου Μαρίνας Παπαδημητρίου που δημοσιεύεται στο τεύχος 29 του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ που κυκλοφορεί.