Powered By Blogger

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

Λόγια θανάτου και αγάπης

http://fractalart.gr/giorgos-giannopoulos/

«Λόγια Θανάτου και Αγάπης» του Γιώργου Γιαννόπουλου, εκδ. Ένεκεν

Γράφει η Πέρσα Κουμούτση //

Και στις ποιητικές συλλογές όπως στο μυθιστόρημα υπάρχει η σπουδή για μια θεωρητική διερεύνηση που αφορά σε κρίσιμα ζητήματα τη ζωής, κυρίως τα υπαρξιακά προβλήματα που παραμένουν αναπάντητα, αλλά βέβαια και ο ρόλος και οι δυνατότητες της γλώσσας, όπως και η φιλοσοφική σκέψη του γράφοντος, με την έννοια του ειδικού κριτικού λόγου που αναπτύσσεται μέσα από το λογοτεχνικό έργο. Αυτά τα λίγα είχαμε ανταλλάξει πριν από αρκετό καιρό με τον ποιητή Γιώργο Γιαννόπουλο, με αφορμή την προηγούμενη συλλογή του με τίτλο «Το θέρος των Βροτών» μια συλλογή ‘τολμηρών’ ως προς τη προσέγγιση, τη γλώσσα, τα νοήματα και τη θεματολογία τους ποιημάτων. Μια συλλογή, όπου ο έρωτας, το κυρίαρχο πάντα μοτίβο/στοιχείο στην ποίηση του ΓΓ, προσεγγίζεται με ένα ιδιότυπο, και ιδιαίτερα πρωτοποριακό τρόπο, καθώς σε αρκετά από αυτά θίγεται ή και ‘καταρρίπτεται’ ακόμα το ‘φυσιολογικό’ όριο που ορίζει το μέτρο της αγάπης. Έτσι πριν επιχειρήσω να κάνω οποιαδήποτε αναφορά στη νέα συλλογή, επιτρέψτε μου να αναφερθώ, έστω επιγραμματικά, σε ένα από εκείνα τα ποιήματα της προηγούμενης συλλογής που με συγκλόνισαν, αλλά και με προβλημάτισαν συγχρόνως, για να δώσω στον αναγνώστη μια ικανοποιητική βάση πάνω στη οποία θα μπορέσει να κατανοήσει πιο εύκολα την ποίησή του, το ύφος του και να εμβαθύνει ουσιαστικότερα στη σκέψη του, τη φιλοσοφική του θεώρηση. Γιατί δεν είναι καθόλου εύκολο να προσεγγίσει κανείς το ποιητικό έργο του ΓΓ , αφού όχι μόνο μονοσήμαντη δεν είναι, αλλά επιδέχεται πολλαπλών ερμηνειών και αναγνώσεων, σύμφωνα πάντα με τα βιώματα και κυρίως την εμπειρία και τα διαβάσματά του αποδέκτη του. Έτσι, θα σταθώ στο συγκλονιστικό ποίημα του με τίτλο «Σπαραγμός» που σε σχέση με τα προηγούμενα, αλλά και τα νέα υπάρχει σε αυτό ένα εντελώς καινούριο στοιχείο, που φαίνεται ότι υπήρχε μέσα στον ποιητή ως προβληματική, ως ένα αδιερεύνητο και ανεξιχνίαστο μυστήριο, που βρήκε εδώ την έκφρασή του. Αναφέρομαι στο τραύμα μιας ψυχικής νόσου πάνω στο οποία στήριξε τους στίχους του. Γιατί το θέμα αυτό είναι φανερό ότι τον αφορά εδώ και χρόνια. Μάλιστα στην ερώτηση μου αν η προσέγγιση του θέματος αποτέλεσε ανώδυνη ή εύκολη διαδικασία, απάντησε, « Είναι οδυνηρή και δραματική η μετάβαση προς την αντίφαση της ανθρώπινης συνθήκης. Ο πόνος και δη ο ψυχικός, είναι το μέτρο της αγάπης και του έρωτα στον βαθμό που το νόημα, στην συντακτική εμπειρία της απώλειας, καλείται να συγκροτήσει το υποκείμενο..»
Αλλά πώς θίγεται το δίπολο Αγάπη-Θάνατος στη νέα συλλογή «Λόγια Θανάτου και Αγάπης», αφού ο ποιητής σε αυτή τη συλλογή, δεν επιχειρεί να υπερβεί κανένα ‘φυσιολογικό’ ή μη όριο σε σχέση με την αγάπη, παρά μόνο να αναδείξει τη θεμελιώδη ουσία της, που δεν είναι άλλη από το ‘άχρονο’ της σύστασης της , την εκτός ‘ορίων’, εν τέλει, φύση της και τη σαρωτική, καταλυτική δύναμη που ασκεί, όταν το πάθος ή ο πόθος μας για τον ‘άλλο’ φτάνουν στο απόγειό και την εκπλήρωσή τους. Γιατί για τον ΓΓ η αγάπη στην πιο ζωτική και ενστικτώδη έκφανση της: την πράξη του έρωτα, παρότι υπόκειται όπως σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς στη φυσιολογική φθορά, παραμένει ζώσα και αναλλοίωτη, ικανή να αντιπαρατεθεί ακόμα και με όλα εκείνα τα φθοροποιά στοιχεία που συντελούν στην διάλυση , το ξέφτισμα της. Είναι μια δύναμη άχρονη, τρομερή, σκοτεινή, όπως είναι εκείνη του θανάτου, αλλά συνάμα, ζωοδότρια, σπλαχνική, όσο και επώδυνη, όπως είναι η γέννηση, που εύστοχα ο ποιητής συγκρίνει με τη μήτρα της μάνας, σε ένα από τα ποιήματα του που φέρει τον ομότιτλο τίτλο της συλλογής. Ενώ η πράξη του έρωτα καθεαυτή αποδίδεται στους στίχους ως μια πράξη δραματική, συνταρακτική, υπαρκτική, υπέρτατη ανθρωπολογική εμπειρία. Στη συλλογή , «Λόγια Θανάτου αι αγάπης», ο ΓΓ εξυμνεί την αγάπη στην ύψιστη αυτή έκφανσή της: όταν δυο διαφορετικά κορμιά συνενώνονται, συγχωνεύονται και συνταυτίζονται, γιατί τότε μόνο χάνουν την οντότητα, τη μοναδικότητά τους, και τότε ο ‘ένας’ γίνεται ο ‘άλλος’.
« … καθώς η έκσταση στρεβλώνει / το πρόσωπό σου/ είμαι ο άντρας/ και είσαι η γυναίκα μου/ καθώς στο σώμα σου εισέρχομαι/ και σε περιβάλλω/ είμαι η γυναίκα/και είσαι ο άντρας μου..» Είναι όμως και μια πράξη, που παρά την ηδονή και την έκσταση που προσφέρει, παραμένει ‘άγρια΄ κι ανηλεής, μια ενέργεια απόλυτης κατάκτησης και εκπόρθησης του άλλου, που και εδώ συγκρίνεται με μια πράξη σπαραγμού, ή κατασπάραξης, ακριβώς σαν ένα θηρίο που ορέγεται και νέμεται τη λεία του «… Αγάπα με την ώρα που με κατασπαράζεις/ και στα μάτια σου λάμπει/ το αντιφέγγισμα των σπλάχνων μου/ στο ανελέητό σου/ φως.»
Βαθύτατα λοιπόν ερωτική, υπαρξιακή, αλληγορική είναι η ποίηση του Γιώργου Γιαννόπουλου, όπου το βίωμα και η μνήμη αποτελούν τους επικρατέστερους τόπους για την ποίηση του. Ύμνοι, ή τραγούδια στην τραχιά όσο και τρυφερή συνένωση δυο ανθρώπων, που κατά την πράξη του έρωτα μεταμορφώνονται, χάνουν την υπόσταση τους για να ξαναγεννηθούν εξ αρχής, λίγο πριν τα κορμιά χωρίσουν. Και καθώς είναι αυτονόητο, ότι η σύγχρονη ποίηση δεν διαβάζεται μονότροπα, και στο βαθμό που o λόγος, ο έρωτας, η ποίηση, ο θάνατος είναι κοινωνικές ή ανθρωπολογικές εμπειρίες, έτσι και η ποίηση του Γιώργου Γιαννόπουλου, δεν είναι εύκολο να την περιορίσουμε, να την οριοθετήσουμε ούτε να την τοποθετήσουμε σε καλούπια, αναλύοντας ή αποκωδικοποιώντας τη, μόνο να τη γευτούμε, να την απολαύσουμε ως έχει μαζί με ένα λόγο δυνατό , διαπεραστικό και αιχμηρό σαν λεπίδες μαχαιριού, έτσι ακριβώς όπως πρέπει να προσεγγίζεται η ποίηση. Αλλιώς, το μόνο που καταφέρουμε είναι να μειώνουμε τη σημασία της.
Παραθέτω ενδεικτικά μερικούς μόνο από τους στίχους της συλλογής :


(… Δεν έχει η αγάπη όρια
Είσαι η μήτρα
Όπου εξήλθα
Και είμαι η απώλεια
Που έρχεται ν’ ανάψει
και να σβήσει τον πόθο
των σωθικών σου
Να ποτιστεί να κορέσει
στην ευωχία
Των υγρών σου
***
Δεν είναι ο χάρος που ‘τρωγε τα σωθικά ένα-ένα
Είναι τα’ απόγευμα εκείνο
Στην πλατεία
Είναι η φωνή που δεν μπορούσε να βγει
Κι έφτανε μέσα από το σύρμα
Και τα νερά
Ξενιτεμένη
Ναυάγιο που κάρπισε
Στη Νέα Γη’

Ο βράχος
Θέλω να γίνω βράχος
Μέσα μου να φυτρώνεις
Νάρχονται, να με χτυπούν
Βροχές και καταιγίδες
Λύσσα πάνω μου
Αιώνες….

Πύδνα
Κλαίω για τον σπασμένο χρόνο
Αύρα του καλοκαιριού
Συκή στο σώμα σου
Κλαίω για τα υγρά
Που νότισαν τη θάλασσα
Κι ένα τρύπιο πράσινο καπέλο
Που ρούφηξε ο ουρανός
Κλαίω για τη ζέστη
Της άμμου
Θαλπωρή στο αίμα.
Το τραγούδι του Conquistador
Αγάπα με τις νύχτες με το κόκκινο φεγγάρι
Αγάπη με στο χάδι της καρίνας τον βυθό
Αγάπα με με στης αλμύρας το λωβό
Αγάπα με στην άμπωτη του οργασμού σου
Αγάπα με στην τέφρα του πατρός
Αγάπα με στη σκόνη που νοτίζει το χώμα
Αγάπα με στον ύπνο του χειμώνα
Κι αγάπα με την ώρα που με κατασπαράζεις
Και στα μάτια σου
Λάμπει
Το αντιφέγγισμα των σπλάχνων μου
Στο ανελέητο σου
φως