Λόγια που αντέχουν στο χρόνο, γιατί αντιστέκονται στο χρόνο, επειδή δεν χάνουν
το νόημα και την αλήθεια τους. Θα έλεγα μάλιστα ότι, με το πέρασμα του χρόνου,
αποκτούν μια άλλη λάμψη. Αυτό δεν φανερώνουν, άλλωστε, τα λόγια του Φερ-
νάνδο Σαβατέρ για τη φιλοσοφία και την πολιτική και του Λεωνίδα Κύρκου για
την υποχρέωση του πολίτη «να ανασκουμπωθεί»; Ή η απόφανση του Εμμανουήλ
Κριαρά, «η παιδεία χειμάζεται σήμερα», και του Σταύρου Κουγιουμτζή, «ζούμε σε
μια αντιαισθητική, αντιπνευματική εποχή»;
Η επισήμανση του Ρικάρντο Πετρέλα, «η αποδυνάμωση των δημοκρατικών θε-
σμών, τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, είναι επικίνδυνη», καθώς και
εκείνη της Λουτσιάνα Καστελίνα, «υπάρχει μια κρίση της κουλτούρας της Αριστε-
ράς και μια κρίση της κουλτούρας αυτής καθεαυτήν», πριν από δύο περίπου δε-
καετίες, αποτυπώνουν εύστοχα τη σημερινή κατάσταση, καθώς και τους προβλη-
ματισμούς μας για τη δημοκρατία και την Αριστερά στις μέρες μας. Και ποια φράση
μπορεί να είναι πιο επίκαιρη από αυτή του Μίκη Θεοδωράκη, «σήμερα, εκτός από
την Τέχνη, η μόνη στράτευση που βλέπω είναι στην υπηρεσία του ανθρώπινου πό-
νου», καθώς ο ανθρώπινος πόνος πληθαίνει δραματικά στις μέρες μας; Υπ’ αυτήν
την έννοια, η παρότρυνση του Τζάνι Πουλίζι να διαβάσουμε το Περιμένοντας τους
βαρβάρους του Κωνσταντίνου Καβάφη αποκτάει ένα βαθύτερο νόημα.
Υπάρχει, επίσης, η ειλικρινής και συγκινητική αγάπη για τη γλώσσα και τον
πολιτισμό μας της Σιου Κάι, του Μάριο Βίτι, του Βιτζέντσο Ρότολο, της Πάολα
Μαρία Μινούτσι, του Τσεν Μινχουά, του Λίου Ρουί Χονγκ και του Λι Τσενγκούι,
που αφιέρωσαν τη ζωή τους στη μετάφραση των ελληνικών κειμένων στη γλώσσα
τους. Αλλά και του Νικόλα Πιοβάνι που αντλεί σταθερά την έμπνευσή του από
τους αρχαιοελληνικούς μύθους. Πώς να μην συγκινεί και εμπνέει η στάση τους;
Και πώς να μην είναι χρέος μας να θυμόμαστε τα λόγια τους, λόγια που αντέχουν
στο χρόνο;
Υπάρχουν, ακόμη, τα δραματικά αλλά και λυρικά λόγια του ΠρόδρομουΜάρ-
κογλου και του Τάκη Βαρβιτσιώτη, και τα συγκινητικά της απέραντης πλατείας
του ΝίκουΜπακόλα· τα σχέδια του Κάρολου Τσίζεκ, τα χρώματα του Αλέξανδρου
Ίσαρη, οι μουσικές εκτελέσεις του ΡικάρντοΜούτι και του Σάκη Παπαδημητρίου,
και οι ταινίες του ΜπερνάρντοΜπερτολούτσι... Όλα μετουσιώνονται σε λόγο με
τρόπο απλό και απέριττο, όπως πρέπει στους μεγάλους.
Στον τόμο αυτό περιλαμβάνονται συνεντεύξεις που είχα την τιμή και τη χαρά
να πάρω από ανθρώπους των οποίων είχα διαβάσει τα βιβλία, ακούσει τα τραγού-
δια και τη μουσική και θαυμάσει τα σχέδια, τις ζωγραφιές και τις ταινίες, ώσπου
μου δόθηκε η ευκαιρία να τους συναντήσω και να συνομιλήσω μαζί τους. Όπως
συχνά συμβαίνει, αυτά που δημοσιεύονται είναι ένα ελάχιστο μόνο μέρος όσων
είχα την τύχη να ακούσω και να καταγράψω σε ένα μαγνητοφωνάκι. Γιατί, πώς
είναι δυνατό να χωρέσουν οι συνομιλίες με το Νίκο Μπακόλα και τον Ντίνο Χρι-
στιανόπουλο, τον Τζάνι Βάτιμο και τον Αντόνιο Ταμπούκι σε 2-3 σελίδες ενός πε-
ριοδικού; Ή τα όσα πολύτιμα άκουσα στις αμέτρητες συναντήσεις με τον Κάρολο
Τσίζεκ, και κατά τις επισκέψεις μου στο μικρό διαμέρισμα της οδού Γραβιάς με τη
Ζωή Καρέλλη; Και πώς να περιγράψω τη χαρά της μέρας εκείνης στο σπίτι της
Διδώς Σωτηρίου, κουβεντιάζοντας με τις ώρες και απολαμβάνοντας τα γευστικά
εδέσματα που είχε ετοιμάσει η αδερφή της, Έλλη Παππά; Ή την τελευταία συνάν-
τησή μου με το Γιώργο Κάτο σε ένα ουζερί της Μαρτίου, στη Θεσσαλονίκη, και
την ανεξάντλητη διάθεση προσφοράς του Περικλή Σφυρίδη; Είναι ακόμη η πο-
λύωρη συζήτηση με το Βιτορίνο Κούρτσι, έναν άνθρωπο βαθιάς πνευματικής καλ-
λιέργειας και μεγάλης ευαισθησίας, μια ζεστή αυγουστιάτικη μέρα στην Απουλία
της Ιταλίας· εκείνη με τη Ντάτσια Μαραίνι, την κυρία των Ιταλικών Γραμμάτων,
και τον Εντοάρντο Σανγκουϊνέτι, έναν από τους σπουδαιότερους Ιταλούς ποιητές
του 20ού αιώνα. Είναι, τέλος, τα λόγια της Ελένης Γλύκατζη-Αρβελέρ, για τη γυ-
ναίκα και το Βυζάντιο κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής της στην Καβάλα· του
Πέτρου Ανταίου για τον Εμφύλιο, και η κινηματογραφική σκέψη του Αλέξη Δερ-
μεντζόγλου. Η συνάντηση μαζί τους με πλούτισε σε γνώσεις και αισθήματα. Τα
κουβαλάω μέσα μου ως κάτι πολύτιμο.
Οι συνεντεύξεις με πρόσωπα της Θεσσαλονίκης άρχισαν στο περιοδικό Ένεκεν
σε μια εποχή που η πόλη είχε στερηθεί τα παραδοσιακά της έντυπα. Η έλλειψη
των τοπικών εφημερίδων είχε τις πολλαπλές συνέπειές της, σαφώς, και στο χώρο
του πολιτισμού. Έτσι, αποφασίσαμε να δώσουμε τον οφειλόμενο χώρο στους δη-
μιουργούς της πόλης, ανάμεσα στα άλλα και με τις συνεντεύξεις που, ορισμένες
από αυτές, περιλαμβάνονται στην παρούσα έκδοση. Το άνοιγμα του Ένεκεν στους
πνευματικούς δημιουργούς της πόλης έδωσε μια νέα ώθηση στο περιοδικό αλλά
και σε αυτούς τη δυνατότητα να εκφραστούν μέσα από μια περιοδική έκδοση και
να απευθυνθούν, έτσι, στο ευρύ κοινό. Ήταν, δηλαδή, μια απόπειρα επικοινωνίας
με τους δημιουργούς, αλλά και διαμεσολάβησης ανάμεσα σε αυτούς και το κοινό
τους. Το εγχείρημα πέτυχε· έτσι, ο κύκλος διευρύνθηκε συμπεριλαμβάνοντας γνω-
στούς για το έργο τους ξένους λογοτέχνες, καλλιτέχνες και στοχαστές, μεταφέ-
ροντας τις ιδέες, απόψεις, εμπειρίες και τους προβληματισμούς τους στα καθ’
ημάς. Να ανοίγεσαι σε άλλες σκέψεις και πολιτισμούς είναι πλούτος και εμπειρία
ζωής πολύτιμη· και αυτό ακριβώς κάναμε. Εκτός από το προσωπικό τους έργο, θέ-
ματα παιδείας και πολιτισμού, καθώς και ο προβληματισμός για το μέλλον, συχνά
ένας προβληματισμός που σχετίζεται με τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών
και το ρόλο της Αριστεράς, συνιστούν τον πυρήνα των συζητήσεων.
Οι συνεντεύξεις συνεχίστηκαν αργότερα και σε άλλα περιοδικά και εφημερίδες,
καθώς και στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Οι εξήντα που περιλαμβάνονται
στον ανά χείρας τόμο είναι μόνο ένα μέρος των όσων βρίσκονται διάσπαρτες σε
έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν, αρκετοί με παρότρυναν κατά καιρούς να προ-
χωρήσω στην έκδοση ενός τόμου με τις συνεντεύξεις εκείνης της περιόδου. Καθώς
φαίνεται, δεν είχε φτάσει ακόμη η ώρα. Στην τελική απόφασή μου συνετέλεσε
αποφασιστικά, όσο και αν αυτό ακούγεται παράδοξο, η διαπίστωση, μέσα από τις
συζητήσεις με τα ανίψια μου, του πόσο λίγα γνωρίζουν για τους σύγχρονους πνευ-
ματικούς δημιουργούς. Και όταν, μια μέρα, η ανιψιά μου μού είπε ότι στην ερώτηση
της φιλολόγου τους, ποιο σύγχρονο πεζογράφο ή ποιητή γνωρίζουν, κανείς δεν
απάντησε, δεν γνώριζαν κανένα, τα λόγια της με βύθισαν σε σκέψεις. Αυτή είχε
ακούσει για τον Ντίνο Χριστιανόπουλο, είχε διαβάσει κάποια ποιήματά του και
τον είχε δει κάπου μεταξύ Τσιμισκή και Αριστοτέλους, αλλά δεν ήταν βέβαιη. Έτσι
προτίμησε να μείνει σιωπηλή... Ε, λοιπόν, η σκέψη −ή μήπως η ελπίδα και η επι-
θυμία;− ότι τουλάχιστον αυτή, τα ξαδέρφια και οι φίλοι της θα είχαν την ευκαιρία
να ξεφυλλίσουν αυτό το βιβλίο και να διαβάσουν κάποιες από αυτές τις συνεν-
τεύξεις, με έκανε να αποφασίσω αυτό που επί χρόνια δεν αποφάσιζα. Καθώς φαί-
νεται, η ώρα είχε φτάσει.
Έτσι, οδηγούμενη από αυτή τη σκέψη, άρχισα να ξαναδιαβάζω με προσοχή τις
συνεντεύξεις που, άνθρωποι από το χώρο, κυρίως, των Γραμμάτων και της Τέχνης,
μου είχαν παραχωρήσει. Εξαίρεση αποτελούν οι συνεντεύξεις με δύο πολιτικούς,
το Λεωνίδα Κύρκο και το Φάουστο Μπερτινότι, καθώς και με τη δασκάλα των
εγκλωβισμένων μαθητών της Καρπασίας, Ελένη Φωκά, που συμπεριλαμβάνονται
επίσης στην παρούσα έκδοση. Διαπίστωσα, λοιπόν, πόσο επίκαιρα παραμένουν
τα θέματα εκείνων των συζητήσεων, και πόσο ενδιαφέρουσες είναι και σήμερα οι
απόψεις που οι εξαιρετικοί αυτοί άνθρωποι εξέφρασαν τότε. Η σαφήνεια, η ευ-
στοχία και η εγκυρότητα των λόγων τους γεννά, έτσι, την ανάγκη να τα θυμη-
θούμε και να στοχαστούμε πάνω σ΄αυτά.
Εκ των υστέρων, ωστόσο, διαπιστώνω ότι πρόκειται παράλληλα και για την κα-
τάθεση μιας προσωπικής πορείας. Μιας πορείας της οποίας τα ενδιαφέροντα, τα
διαβάσματα, τα ακούσματα, οι ανησυχίες, βαδίζουν παράλληλα με τους ανθρώπους
που συναντώ, ή ψάχνω να συναντήσω, για να ακούσω τα λόγια τους, να συγκινηθώ
με τις συγκινήσεις τους, να ταυτιστώ με τις αγωνίες τους, να εμπνευσθώ από τα
έργα τους, και μέσα από όλα αυτά να αφουγκραστώ και τις δικές μου ανησυχίες,
τους χτύπους της δικής μου καρδιάς. Είναι, δηλαδή, και μια προσωπική περιπλά-
νηση στον απόηχο των λόγων τους, στην αγωνία των πράξεών τους, στα ίχνη των
στίχων τους, στις νότες της μουσικής τους, στα ηχοχρώματα της φωνής τους και
στις εικόνες των ταινιών τους. Ταυτόχρονα, αντανακλούν και στιγμές της ζωής μου
στο χώρο και στο χρόνο: Ελλάδα, Ιταλία, Κίνα. Καθώς και τη σχέση μου με τον
ισπανόφωνο χώρο, αν και με μια μόνο παρουσία, αυτή του Φερνάνδο Σαβατέρ.
Πρόκειται για συνεντεύξεις που πρωτοδημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες (Μακε-
δονία, Θεσσαλονίκη, Ελευθεροτυπία) και περιοδικά (Ένεκεν, PUBLICUS, Εντευ-
κτήριο, Jazz &Τζαζ, Anatolia Alumnus, Ο Αναγνώστης) και μεταδόθηκαν από το
ραδιόφωνο (Ράδιο 105 ΔΕΘ) και την τηλεόραση (TV ΒΕΡΓΙΝΑ). Καλύπτουν, δε,
ένα χρονικό διάστημα που από το 1994 φθάνει ως τις μέρες μας.
Η έκτασή τους ποικίλλει διότι, ως γνωστό, συχνά εξαρτάται από τις συνθήκες
του δημοσιογραφικού εντύπου. Οι περισσότερες μεταφέρονται όπως πρωτοδημο-
σιεύθηκαν· σε λίγες μόνο έγιναν κάποιες αλλαγές και προσθήκες για τις ανάγκες
της έκδοσης.
Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά, και από αυτή τη θέση, όλους όσοι πρόθυμα
μου παραχώρησαν αυτές τις συνεντεύξεις· συνεντεύξεις που αρκετές φορές οδή-
γησαν σε φιλίες όμορφες που αντέχουν στο χρόνο ή σε σχέσεις αμοιβαίου σεβα-
σμού και εκτίμησης. Διατηρώ βαθιά χαραγμένα στη μνήμη μου τα λόγια όλων –
αυτά που είδαν το φως της δημοσιότητας αλλά και αυτά που δεν δημοσιεύθηκαν.
Κάποιοι από αυτούς τους εκλεκτούς δεν είναι πλέον ανάμεσά μας. Με συνοδεύει,
όμως, πάντα ο λόγος και η αγάπη τους.
Και, βεβαίως, ευχαριστώ ιδιαίτερα τον εκδότη, Γιώργο Γιαννόπουλο, για την
ένθερμη στήριξη και την αμέριστη βοήθειά του.
Έλενα Αβραμίδου