Μετά τη Βάρκιζα, την Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Πολυνερίου την πλαισίωσαν τα παρακρατικά στοιχεία, που ήταν αδύνατο να ελεγχθούν από εκείνα τα μετριοπαθή στοιχεία των αρχών που επιδίωκαν την ομαλότητα. Οι συμμορίες αυτές καπέλωσαν την Υποδιοίκηση και ανέλαβαν το εγκληματικό έργο των βασανιστηρίων, των βιασμών και των δολοφονιών ακόμα και του πιο αδύναμου και φιλήσυχου πολίτη. Έπρεπε να τσακιστεί κάθε τι που θύμιζε λαïκή εξουσία. Η Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Πολυνερίου της μεταβαρκιζιανής περιόδου, που την έζησα παιδί τότε δώδεκα χρονών, αποτελεί δείγμα του έργου του μεταβαρκιζιανού κράτους.
Κουβαλούσαν από τα χωριά, που ήταν υπό την εποπτεία της, τους ΕΛΑΣίτες αγωνιστές και τους ζητούσαν να παραδώσουν όπλα, είχαν δεν είχαν, τους βασάνιζαν, τους φυλάκιζαν, τους χαρακτήριζαν κομμουνιστές και παρτίδες παρτίδες τους μεταφέρανε στα Γρεβενά και από εκεί στις φυλακές και εξορίες, όσους κατόρθωναν να επιζήσουν από τα σκληρά βασανιστήρια.
Από το καλοκαίρι του 1945 μέχρι το καλοκαίρι του 1946 μείνανε στη μνήμη μου οι πιο φρικιαστικές στιγμές της ζωής μου. Τα βογκητά των ανθρώπων από τα βασανιστήρια και οι εικόνες των προσώπων τους, έμειναν στη μνήμη μου ως οι πιο μαύρες στιγμές της ζωής μου. Όταν τις ξαναφέρνω στη μνήμη μου ανατριχιάζω και αναρωτιέμαι πού βρίσκονταν τόσο μίσος και τόση βαρβαρότητα.
Στην Υποδιοίκηση Πολυνερίου εγκαινίασαν τα βασανιστήρια και την τρομοκρατία με τη σύλληψη του Γιαννούλη Παπαδημητρίου και της Σταυρούλας Τζιόλα, με την κατηγορία ότι την περίοδο της κατοχής και της Αντίστασης ήταν δραστήρια μέλη του ΕΑΜ. Ζητούσαν όπλα που δεν είχαν. Ποιος ήταν ο Γιαννούλης Παπαδημητρίου; Ικανός, με δημοκρατικές παραδόσεις, τραυματίας στο Σαγκάριο της Μικρά Ασίας. Είχε την εκτίμηση των χωριανών και διακρινόταν για την προσφορά του στην κοινότητα του χωριού. Όλοι οι χωριανοί αναγνωρίζουν ότι ήταν ο καλύτερος Πρόεδρος που πέρασε από το χωριό όλες τις εποχές και κατά την περίοδο της κατοχής και της Αντίστασης έπαιξε σημαντικό ρόλο μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ στην καθιέρωση των θεσμών της λαϊκής εξουσίας και της λαϊκής δικαιοσύνης. Με την παρέμβασή του, έσωσε από βέβαιο θάνατο εκείνους που συνεργάσθηκαν με τους Ιταλούς. Για το έργο του αναφέρομαι και σε άλλο σημείο.
Η Σταυρούλα Τζιόλα από τις πιο πρωτοπόρες νέες γυναίκες του χωριού. Με τη δραστηριότητά της έβγαλε από το σπίτι τη γυναίκα και της έδωσε δράση και λόγο στα προβλήματα και στα κοινά του χωριού μας. Νέα τότε, συνεπήρε και τη νεολαία, πρωτοστάτησε στην οργάνωση και στην πολιτιστική καλλιέργεια των νέων και ιδιαίτερα στην ανύψωση και την ανάδειξη των γυναικών του χωριού, που διέπρεψαν και προσέφεραν σημαντικό έργο στην αντίσταση και στα κοινά του χωριού.
Αυτούς τους δυο, μέρες τους δέρνανε και τους λιώσανε στο ξύλο, με την κατηγορία ότι είχαν όπλα και ήταν οργανωμένοι στο ΕΑΜ, για την προσφορά τους στην κοινωνία του χωριού. Ήταν κάτι το φρικιαστικό να βλέπεις τη βαρβαρότητα των τραμπούκων. Έπρεπε να εξαφανιστεί κάθε ανάμνηση, να σβήσει κάθε τι στη μνήμη των απλών ανθρώπων, για τη δημοκρατία και τη λευτεριά που τη γεύτηκε ο λαός στον αγώνα στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης.
Παιδί τότε, από την αυλή του σπιτιού μας, έβλεπα τη φρικιαστική εικόνα που διαδραματιζόταν στην πλατεία του χωριού, κάτω από τον πλάτανο, μπροστά στα μάτια του κόσμου. Τέτοια βαρβαρότητα και τόσο μίσος δεν έχω δει στη ζωή μου. Τα άγρια ζώα δεν έχουν τέτοια άγρια αισθήματα. Και οι δυο συγγενείς μας, ο Γιαννούλης, αδερφός του πατέρα μου και του Σπύρου, η Σταυρούλα, πρώτη ξαδέρφη της μάνας μου. Παρακολουθώντας τη φρικτή εικόνα, ένιωσα το μυαλό μου να στριφογυρίζει σαν ανεμοστρόβιλος μέσα στο κεφάλι μου, σαν να ήταν ξεκομμένο από το περίβλημα του εγκεφάλου. Αν είναι δυνατόν... Μέσα στον εγκέφαλό μου στριφογύριζε κάτι σαν τροχός, σαν σφαίρα, σαν να ήταν ξεκομμένο από το κρανίο! Η γιαγιά φαίνεται πως κάτι αντιλήφθηκε στο πρόσωπό μου και με πήρε μέσα στο σπίτι, κυριολεκτικά με έσπρωξε με τόση δύναμη και γρηγοράδα μέσα στην είσοδο του σπιτιού για να μη βλέπω την εικόνα της φρίκης. Δεν μπορώ να φανταστώ τι είδε στο πρόσωπό μου, είδα τη γιαγιά μου με τι αγωνία με πήρε μέσα για να μη βλέπω αυτή την αγριότητα των βασανιστών. Η σύζυγος του Τάκη Κυρατζή δεν άντεξε, βλέποντας κάποιους να απολαμβάνουν το «θέαμα» και φώναξε: «Δεν ντρέπεστε; Τι σας έκαναν και δεν πάτε να σταματήσετε τους φονιάδες». Από τότε, από αυτήν την βάρβαρη εικόνα, άρχισαν να ασπρίζουν τα μαλλιά μου.
Ο ξυλοδαρμός συνεχίστηκε μέρες, ωσότου ήταν σχεδόν αναίσθητοι και μελανιασμένοι απ’ το πολύ ξύλο. Τους ζητούσαν την αποκάλυψη αποθήκης όπλων, για τα οποία αυτοί δεν είχαν ιδέα. Από το πολύ ξύλο η θεία Σταυρούλα που ήταν έγκυος έχασε το παιδί της. Τους πήραν στο σπίτι και τους τύλιξαν σε φρεσκοκομμένα δέρματα προβάτων.
Ο δαρμός του Γιαννούλη και της Σταυρούλας ήταν τα εγκαίνια των βασανιστηρίων, βιασμών και δολοφονιών από τις συμμορίες του κατεστημένου, που λεγόταν «κράτος». Από την Υποδιοίκηση Χωροφυλακής Πολυνερίου φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν ΕΛΑΣίτες που σε αριθμό ξεπερνούν κάμποσες εκατοντάδες, από τα χωριά που ανήκαν διοικητικά στο Πολυνέρι και τους βλέπαμε κάθε μέρα που τους μεταφέρανε καταματωμένους από το κρατητήριο για ανάκριση και ξυλοδαρμό...
απόσπασμα από το βιβλίο του ιστορικού Χρήστου Παπαδημητρίου ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ ΛΕΗΛΑΤΗΜΕΝΩΝ ΝΙΚΩΝ, εκδ. ΕΝΕΚΕΝ