Στην υπόγεια διάβαση του Terazije, που θυμίζει την αθηναϊκή Ομόνοια πριν τις χωροταξικές επεμβάσεις και είναι βασικό πέρασμα και χώρος δραστηριοποίησης μικροπωλητών και αεριτζήδων, βλέπει κανείς κάθε λογής συνθήματα, σε αυτοκόλλητα και σταμπωτό ή αυτοσχέδιο γκραφίτι, που αφορούν όχι μόνο τους «νεκροθάφτες της Γιουγκοσλαβίας» (grobari Jugoslavije), την ανάκτηση του Κοσόβου ή την επιστροφή «της Σερβίας στους Σέρβους» (Srbija Srbima), αλλά και την εξόντωση των «πούστηδων»/«παιδεραστών» (smrt pederima) τους οποίους κάποιοι «περιμένουν» (čekamo vas) προκειμένου «να μην περάσει η 20.09» (neće proći 20.09). Ο λόγος για το τι θα συμβεί στη για δεύτερη φορά επιχειρούμενη Gay Pride Parade, την Παρέλαση Υπερηφάνειας (povorka ponosa) προγραμματισμένη για τις 20 Σεπτεμβρίου του 2009. Παράλληλα, άλλα συνθήματα αναρτώνται και σε κάθε τοίχο γύρω από την Trg Republike ή kod konja «στο άλογο», δηλαδή κάτω από το άγαλμα του έφιππου Mihailo Obrenović, όπου δραστηριοποιούνται και τα υποκείμενα της έρευνας της Athanasiou (2010). Για τις ταραχές που οδήγησαν στη ματαίωση της εκδήλωσης ενοχοποιούνται κάποιοι (γνωστοί και στην Ελλάδα) αχαλίνωτοι «φίλαθλοι», οι οποίοι στο Βελιγράδι, την Παρασκευή 19.9.2009, τραυμάτισαν σοβαρότατα έναν Γάλλο υποστηρικτή της Toulouse με την οποία έπαιζε η ντόπια Partizan, δίνοντας έτσι το στίγμα των προθέσεών τους για την επομένη (πρβλ. και το σχετικό φύλλο της εφημερίδας «Politika» στο διαδίκτυο). Αυτή η εκδήλωση σεξουαλικής ορατότητας θεωρείται ότι υποσκάπτει τα διακυβεύματα εκείνων που γεμίζουν την πόλη (και τους τοίχους του κοινοβουλίου) με το σύνθημα «τιμή» (образ ή obraz) γραμμένο πάνω από έναν σταυρό που σχηματίζουν τα τέσσερα c του κυριλλικού αλφαβήτου (και το οποίο παραπέμπει στο εθνικό μότο само слога Cрбина спасава ή samo sloga Srbina spasava «Μόνον η ενότητα σώζει τους Σέρβους»).
H συνάδελφος στο Κέντρο Γυναικείων Σπουδών και Έρευνας του Φύλου ήρθε, εμφανέστατα, σε δύσκολη θέση και μόνο που το ανέφερα. Το ζήτημα, όμως, υπερβαίνει τα όποια προσωπικά μας συναισθήματα. Άλλωστε, το παράδειγμα του Βελιγραδίου είναι απλώς πιο επίκαιρο (και πιο σύνθετο) από άλλα. Η περίπτωση των ΟΥΚ του Λιμενικού που φώναζαν συνθήματα μίσους προς τους μετανάστες κατά τη διάρκεια της επίσημης παρέλασης για την επέτειο της 25ης Μαρτίου το 2010 είναι ένα άλλο παράδειγμα, πιο κοντά σε μας. Τέτοιες περιπτώσεις δείχνουν γλαφυρά όψεις της διαπλοκής της γλώσσας, της εθνότητας, του φύλου και της σεξουαλικότητας στον προσωπικό, κοινωνικό αλλά και εθνικό αυτο- και ετερο-προσδιορισμό. Και αυτός ο προσδιορισμός περνά μέσα από τα ξένα και εγχώρια στερεότυπα που συναποτελούν, μαζί με πολλαπλά επίπεδα ερμηνείας ιστορικών γεγονότων και διαδικασιών, αυτό που θα ονομάσω εθνικό αφήγημα. Το έναυσμα για αυτήν την εργασία έχει πολλές πηγές. Θα αναφερθώ επιγραμματικά σε αυτές, επιχειρώντας να δώσω μια σύνοψη όσων προτίθεμαι να εξετάσω και να συνδέσω:
Στη (γκέι τουλάχιστον) πορνογραφία, περίοπτη θέση κατέχουν τα εθνικά υποκείμενα που χαρακτηρίζονται ποικιλοτρόπως ως προς τις σεξουαλικές τους επιδόσεις. Μάλιστα πολλοί ιστότοποι ειδικεύονται σε απροκάλυπτα σεξουαλικές (=πορνογραφικές) αναπαραστάσεις εθνικών υποκειμένων (πρβλ. Czech boys). Τα υποκείμενα σεξουαλικοποιούνται με τη διάχυση στερεοτύπων μέσω του λόγου —τόσο του σωσσυρικού λόγου/parole όσο και του φουκωικού λόγου/discours ο οποίος περιέχει μεν αλλά υπερβαίνει το λόγο/parole. Τα στερεότυπα, σε αντίθεση με τα πρωτότυπα ως χαρακτηριστικότερα μέλη κατηγοριών, είναι καρικατουρίστικες αναπαραστάσεις υπαρκτών και αναγνωρίσιμων κατά τα άλλα αντικειμένων αναφοράς (παρά τον υπερκαθορισμό που συχνότατα οδηγεί στη στρέβλωσή τους). Ένα επιτυχημένο (βλ. πιστευτό) στερεότυπο συνήθως βασίζεται σε στοιχεία που τα ίδια τα αναπαριστώμενα υποκείμενα προβάλουν ως συγκροτητικά της υποκειμενικότητάς τους.
H συνάδελφος στο Κέντρο Γυναικείων Σπουδών και Έρευνας του Φύλου ήρθε, εμφανέστατα, σε δύσκολη θέση και μόνο που το ανέφερα. Το ζήτημα, όμως, υπερβαίνει τα όποια προσωπικά μας συναισθήματα. Άλλωστε, το παράδειγμα του Βελιγραδίου είναι απλώς πιο επίκαιρο (και πιο σύνθετο) από άλλα. Η περίπτωση των ΟΥΚ του Λιμενικού που φώναζαν συνθήματα μίσους προς τους μετανάστες κατά τη διάρκεια της επίσημης παρέλασης για την επέτειο της 25ης Μαρτίου το 2010 είναι ένα άλλο παράδειγμα, πιο κοντά σε μας. Τέτοιες περιπτώσεις δείχνουν γλαφυρά όψεις της διαπλοκής της γλώσσας, της εθνότητας, του φύλου και της σεξουαλικότητας στον προσωπικό, κοινωνικό αλλά και εθνικό αυτο- και ετερο-προσδιορισμό. Και αυτός ο προσδιορισμός περνά μέσα από τα ξένα και εγχώρια στερεότυπα που συναποτελούν, μαζί με πολλαπλά επίπεδα ερμηνείας ιστορικών γεγονότων και διαδικασιών, αυτό που θα ονομάσω εθνικό αφήγημα. Το έναυσμα για αυτήν την εργασία έχει πολλές πηγές. Θα αναφερθώ επιγραμματικά σε αυτές, επιχειρώντας να δώσω μια σύνοψη όσων προτίθεμαι να εξετάσω και να συνδέσω:
Στη (γκέι τουλάχιστον) πορνογραφία, περίοπτη θέση κατέχουν τα εθνικά υποκείμενα που χαρακτηρίζονται ποικιλοτρόπως ως προς τις σεξουαλικές τους επιδόσεις. Μάλιστα πολλοί ιστότοποι ειδικεύονται σε απροκάλυπτα σεξουαλικές (=πορνογραφικές) αναπαραστάσεις εθνικών υποκειμένων (πρβλ. Czech boys). Τα υποκείμενα σεξουαλικοποιούνται με τη διάχυση στερεοτύπων μέσω του λόγου —τόσο του σωσσυρικού λόγου/parole όσο και του φουκωικού λόγου/discours ο οποίος περιέχει μεν αλλά υπερβαίνει το λόγο/parole. Τα στερεότυπα, σε αντίθεση με τα πρωτότυπα ως χαρακτηριστικότερα μέλη κατηγοριών, είναι καρικατουρίστικες αναπαραστάσεις υπαρκτών και αναγνωρίσιμων κατά τα άλλα αντικειμένων αναφοράς (παρά τον υπερκαθορισμό που συχνότατα οδηγεί στη στρέβλωσή τους). Ένα επιτυχημένο (βλ. πιστευτό) στερεότυπο συνήθως βασίζεται σε στοιχεία που τα ίδια τα αναπαριστώμενα υποκείμενα προβάλουν ως συγκροτητικά της υποκειμενικότητάς τους.
Μέσα από περιηγήσεις στα Βαλκάνια αλλά και τη σχετική με το θέμα βιβλιογραφία, διαπιστώνω ότι ενώ υπάρχουν σαφώς διακριτά εθνικά βαλκανικά αφηγήματα, η εικονογραφία του έθνους και του βαλκάνιου άντρα εμφανίζει αξιοπρόσεκτες ομοιότητες σε επιμέρους βαλκανικές κοινωνίες. 5. Εάν ο καθορισμός της ηγεμονικής αρσενικότητας περνά σε πολλές δυτικές κοινωνίες από την απαξίωση της ομοφυλοφιλίας (πρβλ. Benwell 2000), στα Βαλκάνια αυτή η διαδικασία διαπλέκεται επίσης, και μάλιστα σε βάθος χρόνου, με την εθνική κυριαρχία και έναν λόγο που παραπέμπει σε μια νοοτροπία του αουτσάιντερ των εξελίξεων (πρβλ. την filozofija palanke «επαρχιώτικη νοοτροπία/φιλοσοφία» του Konstantinović 2008 [1969]). Η βαλκανική εκδοχή του μάτσο ανδρισμού, ακόμη και στο πλαίσιο της ανδρικής ομοφυλοφιλίας, ερωτικοποιείται (εντός και εκτός των συνόρων) γεγονός που, από τη μία μεριά, διατρανώνει αυτό το διαλογικό κατασκεύασμα, ενώ, από την άλλη, το ετεροποιεί σταθερά ως άξεστο, απολίτιστο, φαλλοκρατικό, πατριαρχικό, επαρχιώτικο, αλλά και ως ντόμπρο, τίμιο, γενναίο, κ.ο.κ. Όλα αυτά τα αντιφατικά κατηγορήματα βρίσκουν τελικά τη θέση τους στα συμφραζόμενα της σεξουαλικοποίησης του άλλου ως εθνικού υποκειμένου. Η πλούσια βιβλιογραφία για καθέναν από τους σπονδύλους που εξετάζω εδώ και τη μεταξύ τους σχέση δεν μου είναι άγνωστη. Θεωρώ όμως σκόπιμο να μην επεκταθώ σε συζητήσεις για τους ορισμούς και το σκεπτικό των συζεύξεων που, από τη μια μεριά, έχουν γίνει αντικείμενο εξονυχιστικής εξέτασης αλλού (βλ. π. χ., Mosse 1982, Pryke 1998, Nagel 1998) και, από την άλλη, προκύπτουν έμμεσα και από όσα θα πω παρακάτω.
Η ακύρωση για δεύτερη φορά της προγραμματισμένης «Παρέλασης Υπερηφάνειας» (Gay Pride Parade/Povorka Ponosa) στο Βελιγράδι τον Σεπτέμβριο του 2009 έφερε και πάλι στην επιφάνεια εννοιολογήσεις της εθνότητας και των εθνικών υποκειμένων σε σχέση με τη σεξουαλικότητα και, κυρίως, την ομοσεξουαλικότητα. Ασφαλώς, η εξέταση της σχέσης σεξουαλικότητας και εθνότητας —καθώς και σεξουαλικότητας και εθνικισμού— δεν είναι καινούριο ζήτημα (βλ. Mosse 1982). Θα έλεγε κανείς ότι είναι η παραληρηματική εκδοχή του σλόγκαν «το προσωπικό είναι πολιτικό». Στην περίπτωση, δε, των Βαλκανίων, με ανοιχτά ακόμη τα ζητήματα —και τις ουλές— που άνοιξαν οι πρόσφατοι πόλεμοι, η σχέση αυτή χαρακτηρίζεται από μεγάλη ένταση και έχει κεντρική θέση στον ομοφοβικό λόγο που εμφανίζεται άρρηκτα συνδεδεμένος με τον κυρίαρχο λόγο του εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Παράλληλα, η εθνότητα παραμένει προνομιακό αντικείμενο ερωτικοποίησης και πορνογραφικής εκμετάλλευσης, όπως προκύπτει από διαδικτυακούς τόπους που φέρουν γλαφυρούς τίτλους με όρους εθνότητας. Έτσι το σώμα, ως φυσικό αντικείμενο —με επιθυμίες— που υπάρχει στον χώρο, από τη μία μεριά, εννοιολογείται σταθερά και ως εθνικό (δηλ. στο επίπεδο του φαντασιακού) και, από την άλλη, ερωτικοποιείται και πλασάρεται ως τέτοιο, στο πλαίσιο ενός ρητορικού ακροβατικού που στοχεύει στην άνωθεν διαχείριση και περιστολή των επιθυμιών του. Επιπλέον, η τρέχουσα κυρίαρχη εννοιολόγηση του αρσενικού μεταξύ των ομοφυλόφιλων αντρών στα Βαλκάνια —όπως και αλλού— υποστηρίζει και αναπαράγει αυτή τη λογική ακριβώς επειδή φετιχοποιεί —εντός και εκτός εθνικών συνόρων— την τραχύτητα και τη σκληρότητα του εθνικού βαλκανικού υποκειμένου που έκαναν το balkan συνώνυμο του αγροίκου στα γαλλικά, στις αρχές του περασμένου αιώνα (πρβλ. West 2006: 21). Αποτέλεσμα αυτής της λογικής είναι ότι εντόπιες μορφές ομοφυλοφιλίας αντέχουν στην πίεση που ασκεί το αγγλοσαξωνικό gay μοντέλο, ενώ, ταυτόχρονα, αναπαράγουν μια εκδοχή του ανδρικού ομοερωτισμού ως επιθυμία «πραγματικών αντρών για πραγματικούς άντρες» που βιώνεται ως επί το πλείστον «εκτός γκέι κύκλων». Έχει επίσης ενδιαφέρον να στραφούμε στη σύζευξη έθνους και αρσενικότητας σε σχέση με την ομοφυλοφιλία και να τη δούμε υπό το πρίσμα του precarity, της τρωτότητας ή ευαλωτότητας της Judith Butler (2009). Το πιο διαδεδομένο στερεότυπο της αντρικής ομοφυλοφιλίας είναι η εκθήλυνση του αρσενικού υποκειμένου που το καθιστά ελλειμματικό άντρα. Η εκθήλυνση, ως καίριο πλήγμα που δέχεται ο ανδρισμός, παίρνει τη μορφή της πρωκτικής διείσδυσης από έναν άλλον «ανδρισμό». Δεδομένης της συνάρτησης ανδρισμού/αρσενικότητας και εθνότητας, το έθνος είναι ευάλωτο γιατί είναι ευάλωτος ο ανδρισμός. Έτσι, ένας τρόπος προστασίας του έθνους είναι η περιθωριοποίηση του ελλειμματικού άντρα. Η αποδοχή του θα σήμαινε ατίμωση και συνεπώς απώλεια του έθνους όπως το ξέρουμε. Μια αποδοχή του ομοφυλόφιλου ως άντρα προϋποθέτει τη δύσκολη μετάβαση σε μια διαφορετική εννοιολόγηση του έθνους. Αυτή η εννοιολόγηση θα συνεπάγονταν μεγαλύτερη ορατότητα για τις γυναίκες ως εθνικά υποκείμενα πέραν της αναπαραγωγικής τους ιδιότητας, ως υποκείμενα που θα διαχειρίζονταν τα ίδια και την «τιμή» και την «ντροπή» τους. Υπό αυτή την έννοια τουλάχιστον, το έθνος συνδέεται τόσο με την αρσενικότητα όσο και με τη θηλυκότητα. Όμως, για την ώρα συνεχίζει να θεωρείται αστείο το εξής ανέκδοτο: Ο Αθανάσιος Διάκος πριν τον ανασκολοπίσουν απαγγέλλει λεβέντικα «Για δες καιρό που διάλεξε, ο χάρος να με πάρει τώρα που ανθίζουν τα βουνά…» [σε αυτό το σημείο οι Τούρκοι τον ανασκολοπίζουν και συνεχίζει την απαγγελία με τσιριχτή φωνή και σπάζοντας τον καρπό του] «και βγάζει η γη γκαζόν…». Αυτό το ανέκδοτο που άκουσα έφηβος στο σχολείο στριφογυρίζει στο μυαλό μου από τότε που σκέφτηκα τον τίτλο αυτής της εργασίας. Έρχεται επίσης στο μυαλό μου κάθε φορά που διαβάζω για την ετεροποίηση των Τούρκων στα σερβικά εθνικά συμφραζόμενα (ίσως γιατί και ο Ρήγας ανασκολοπίστηκε στο Βελιγράδι αλλά και μέσω της φρικώδους περιγραφής αυτής της πρακτικής στο Γεφύρι στο Δρίνο του Ivo Andrić). Αν ο θάνατος ενός εθνικού ήρωα είναι ούτως ή άλλως πλήγμα για ένα «γιο του έθνους», τότε ο θάνατός του ως ελλειμματικού άντρα από τον «χειρότερο εχθρό» είναι η ύστατη ατίμωση για το έθνος. Μια παρόμοια λογική που στηρίζεται στην ατίμωση/μόλυνση του έθνους ως εξήγηση του βιασμού (γυναικών αλλά και αντρών) εν καιρώ πολέμου έχει προταθεί από διάφορες πηγές. Αν την ακολουθήσουμε, βλέπουμε γιατί η εθνότητα συναρτάται με τη σεξουαλικότητα και δη με την αρσενικότητα. Βλέπουμε επίσης ότι η αρσενικότητα συναρτάται με την εθνότητα και η εθνότητα με τον «πολεμιστή» άνδρα».
Η ακύρωση για δεύτερη φορά της προγραμματισμένης «Παρέλασης Υπερηφάνειας» (Gay Pride Parade/Povorka Ponosa) στο Βελιγράδι τον Σεπτέμβριο του 2009 έφερε και πάλι στην επιφάνεια εννοιολογήσεις της εθνότητας και των εθνικών υποκειμένων σε σχέση με τη σεξουαλικότητα και, κυρίως, την ομοσεξουαλικότητα. Ασφαλώς, η εξέταση της σχέσης σεξουαλικότητας και εθνότητας —καθώς και σεξουαλικότητας και εθνικισμού— δεν είναι καινούριο ζήτημα (βλ. Mosse 1982). Θα έλεγε κανείς ότι είναι η παραληρηματική εκδοχή του σλόγκαν «το προσωπικό είναι πολιτικό». Στην περίπτωση, δε, των Βαλκανίων, με ανοιχτά ακόμη τα ζητήματα —και τις ουλές— που άνοιξαν οι πρόσφατοι πόλεμοι, η σχέση αυτή χαρακτηρίζεται από μεγάλη ένταση και έχει κεντρική θέση στον ομοφοβικό λόγο που εμφανίζεται άρρηκτα συνδεδεμένος με τον κυρίαρχο λόγο του εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Παράλληλα, η εθνότητα παραμένει προνομιακό αντικείμενο ερωτικοποίησης και πορνογραφικής εκμετάλλευσης, όπως προκύπτει από διαδικτυακούς τόπους που φέρουν γλαφυρούς τίτλους με όρους εθνότητας. Έτσι το σώμα, ως φυσικό αντικείμενο —με επιθυμίες— που υπάρχει στον χώρο, από τη μία μεριά, εννοιολογείται σταθερά και ως εθνικό (δηλ. στο επίπεδο του φαντασιακού) και, από την άλλη, ερωτικοποιείται και πλασάρεται ως τέτοιο, στο πλαίσιο ενός ρητορικού ακροβατικού που στοχεύει στην άνωθεν διαχείριση και περιστολή των επιθυμιών του. Επιπλέον, η τρέχουσα κυρίαρχη εννοιολόγηση του αρσενικού μεταξύ των ομοφυλόφιλων αντρών στα Βαλκάνια —όπως και αλλού— υποστηρίζει και αναπαράγει αυτή τη λογική ακριβώς επειδή φετιχοποιεί —εντός και εκτός εθνικών συνόρων— την τραχύτητα και τη σκληρότητα του εθνικού βαλκανικού υποκειμένου που έκαναν το balkan συνώνυμο του αγροίκου στα γαλλικά, στις αρχές του περασμένου αιώνα (πρβλ. West 2006: 21). Αποτέλεσμα αυτής της λογικής είναι ότι εντόπιες μορφές ομοφυλοφιλίας αντέχουν στην πίεση που ασκεί το αγγλοσαξωνικό gay μοντέλο, ενώ, ταυτόχρονα, αναπαράγουν μια εκδοχή του ανδρικού ομοερωτισμού ως επιθυμία «πραγματικών αντρών για πραγματικούς άντρες» που βιώνεται ως επί το πλείστον «εκτός γκέι κύκλων». Έχει επίσης ενδιαφέρον να στραφούμε στη σύζευξη έθνους και αρσενικότητας σε σχέση με την ομοφυλοφιλία και να τη δούμε υπό το πρίσμα του precarity, της τρωτότητας ή ευαλωτότητας της Judith Butler (2009). Το πιο διαδεδομένο στερεότυπο της αντρικής ομοφυλοφιλίας είναι η εκθήλυνση του αρσενικού υποκειμένου που το καθιστά ελλειμματικό άντρα. Η εκθήλυνση, ως καίριο πλήγμα που δέχεται ο ανδρισμός, παίρνει τη μορφή της πρωκτικής διείσδυσης από έναν άλλον «ανδρισμό». Δεδομένης της συνάρτησης ανδρισμού/αρσενικότητας και εθνότητας, το έθνος είναι ευάλωτο γιατί είναι ευάλωτος ο ανδρισμός. Έτσι, ένας τρόπος προστασίας του έθνους είναι η περιθωριοποίηση του ελλειμματικού άντρα. Η αποδοχή του θα σήμαινε ατίμωση και συνεπώς απώλεια του έθνους όπως το ξέρουμε. Μια αποδοχή του ομοφυλόφιλου ως άντρα προϋποθέτει τη δύσκολη μετάβαση σε μια διαφορετική εννοιολόγηση του έθνους. Αυτή η εννοιολόγηση θα συνεπάγονταν μεγαλύτερη ορατότητα για τις γυναίκες ως εθνικά υποκείμενα πέραν της αναπαραγωγικής τους ιδιότητας, ως υποκείμενα που θα διαχειρίζονταν τα ίδια και την «τιμή» και την «ντροπή» τους. Υπό αυτή την έννοια τουλάχιστον, το έθνος συνδέεται τόσο με την αρσενικότητα όσο και με τη θηλυκότητα. Όμως, για την ώρα συνεχίζει να θεωρείται αστείο το εξής ανέκδοτο: Ο Αθανάσιος Διάκος πριν τον ανασκολοπίσουν απαγγέλλει λεβέντικα «Για δες καιρό που διάλεξε, ο χάρος να με πάρει τώρα που ανθίζουν τα βουνά…» [σε αυτό το σημείο οι Τούρκοι τον ανασκολοπίζουν και συνεχίζει την απαγγελία με τσιριχτή φωνή και σπάζοντας τον καρπό του] «και βγάζει η γη γκαζόν…». Αυτό το ανέκδοτο που άκουσα έφηβος στο σχολείο στριφογυρίζει στο μυαλό μου από τότε που σκέφτηκα τον τίτλο αυτής της εργασίας. Έρχεται επίσης στο μυαλό μου κάθε φορά που διαβάζω για την ετεροποίηση των Τούρκων στα σερβικά εθνικά συμφραζόμενα (ίσως γιατί και ο Ρήγας ανασκολοπίστηκε στο Βελιγράδι αλλά και μέσω της φρικώδους περιγραφής αυτής της πρακτικής στο Γεφύρι στο Δρίνο του Ivo Andrić). Αν ο θάνατος ενός εθνικού ήρωα είναι ούτως ή άλλως πλήγμα για ένα «γιο του έθνους», τότε ο θάνατός του ως ελλειμματικού άντρα από τον «χειρότερο εχθρό» είναι η ύστατη ατίμωση για το έθνος. Μια παρόμοια λογική που στηρίζεται στην ατίμωση/μόλυνση του έθνους ως εξήγηση του βιασμού (γυναικών αλλά και αντρών) εν καιρώ πολέμου έχει προταθεί από διάφορες πηγές. Αν την ακολουθήσουμε, βλέπουμε γιατί η εθνότητα συναρτάται με τη σεξουαλικότητα και δη με την αρσενικότητα. Βλέπουμε επίσης ότι η αρσενικότητα συναρτάται με την εθνότητα και η εθνότητα με τον «πολεμιστή» άνδρα».
Το έθνος οικοδομείται με την αναπαραγωγική σεξουαλικότητα των εθνικών υποκειμένων. Αλλά η διείσδυση από ένα πέος μπορεί να εξοστρακίσει το εθνικό υποκείμενο: τη γυναίκα στην περίπτωση βιασμού από τον εχθρό και τον άντρα σε κάθε περίπτωση. Αυτό το στοιχείο του εθνο-σεξουαλικού αφηγήματος, σε όλη την αποστομωτική απλότητά του, εργαλειοποιείται για τη διατήρηση καλά εδραιωμένων μηχανισμών εξουσίας, εφόσον το μεταφορικό δυναμικό του επιτρέπει ιλιγγιώδη εννοιολογικά άλματα που, όταν δεν περνούν απαρατήρητα, αντιστέκονται σθεναρά σε παρεμβάσεις. Αυτή η εργασία αντλεί από δεδομένα τόσο διαφορετικά μεταξύ τους όσο οι περιγραφές της Rebecca West για την «αρρενωπότητα» των Νοτιοσλάβων αντρών, πορνογραφικά βίντεο που ερωτικοποιούν εθνικά υποκείμενα, διαδικτυακές προσωπικές αγγελίες, αποσπάσματα συνεντεύξεων από ντοκυμανταίρ, προσωπικές ιστορίες και γκραφίτι στους δρόμους μεγαλουπόλεων σε μια προσπάθεια κατανόησης της σεξουαλικοποίησης του «εθνικού κορμού» και της «εθνικοποίησης» των έμφυλων και σεξουαλικών υποκειμένων........
Aπόσπασμα από δοκίμιο του Κώστα Κανάκη που δημοσιεύεται στο 18ο τεύχος του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ που κυκλοφορεί. Ο Κώστας Κανάκης διδάσκει κοινωνιογλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Εξαιρετικό άρθρο. Μοναδικό και στα αποτελέσματα και στην ερευνητική του προσέγγιση.
ΑπάντησηΔιαγραφή