Η Τέχνη, λέμε, αποτελεί ένα προϊόν του πολιτισμού. Και όντως: από τότε που η ανθρωπότητα πέρασε στην πολιτισμική εξέλιξη (πριν από περίπου 40.000 χρόνια) υπάρχουν αντικείμενα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως έργα τέχνης: πρώιμες μορφές ανθρώπων και ζώων, μουσικά όργανα, σπηλαιογραφίες κ.λπ.
Το απλό ερώτημα που θέτω εγώ είναι, αν η τέχνη αποτελεί εξ ολοκλήρου προϊόν του πολιτισμού. Καθώς η ερώτηση τίθεται με αυτόν τον τρόπο προφανώς συνεπάγεται μια αρνητική απάντηση. Ακολούθως θέλω να δείξω ότι στην τέχνη δεν ανήκει μόνο μια πολιτισμική διάσταση, αλλά επίσης και μια προπολιτισμική και μια διαπολιτισμική.1
Με την πρώτη ματιά είναι προφανές ότι τα έργα τέχνης είναι ειδικά πολιτισμικά δημιουργήματα. Ας δούμε παραδείγματα που είναι γνωστά σε όλους μας, όπως τη Μόνα Λίζα ή το Τατζ Μαχάλ ή την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Πρόκειται προφανώς για υψηλού βαθμού ειδικά-πολιτισμικά προϊόντα. Η Μόνα Λίζα μπορούσε να δημιουργηθεί μόνο στο πλαίσιο της ιταλικής Αναγέννησης, ενώ στην Ιαπωνία θα ήταν αδιανόητη. Το Τατζ Μαχάλ μπορούσε να χτιστεί μόνο στην Ινδία και όχι για παράδειγμα στη Βαυαρία. Και η Ενάτη του Μπετόβεν ανήκει απόλυτα στην Κλασική εποχή της Βιέννης.
Ενόψει αυτού του ειδικού-πολιτισμικού χαρακτήρα γίνεται ακόμη πιο αξιοπερίεργο το γεγονός ότι αυτά τα έργα εκτιμούνται σε όλους τους πολιτισμούς2. Συναρπάζουν ανθρώπους κάθε προέλευσης και εκτιμούνται διαπολιτισμικά (δια μέσου όλων των πολιτισμών) ως καθολικά μεγαλειώδη έργα —τελείως ανεξάρτητα από την πολιτισμική προέλευση και τις ιδιαιτερότητες αυτών που τα προσλαμβάνουν3.
Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι κάθε χρόνο περίπου 10.000 ερασιτέχνες τραγουδιστές ανεβάζουν την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν—μια πραγματική πρόκληση για τους συμμετέχοντες, καθώς πρέπει να μπορούν να τραγουδήσουν, με κατανοητό τρόπο στη γερμανική γλώσσα, στίχους όπως «Freude, schöner Götterfunken» (Χαρά, όμορφη σπίθα των Θεών), κάτι που προϋποθέτει σκληρές πρόβες εκ μέρους τους.
Πώς είναι δυνατόν κάτι τόσο υψηλού βαθμού ειδικό-πολιτισμικό να μπορεί συγχρόνως να είναι τόσο ελκυστικό για τα μέλη ενός άλλου πολιτισμού, ώστε να προσλαμβάνει μια καθολική ελκυστικότητα;
Προφανώς τέτοια έργα απευθύνονται σε ένα επίπεδο μέσα μας που υπερβαίνει τις ειδικές-πολιτισμικές και τις μεμονωμένες πολιτισμικές ιδιαιτερότητές μας. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι διαθέτει διάφορα επίπεδα: όχι μόνο τον «όροφο ευγενείας» (piano nobile) που καθορίζεται από τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε πολιτισμού, στον οποίο μεγαλώσαμε και στον οποίο αισθανόμαστε ότι ανήκουμε, αλλά και άλλα επίπεδα που δεν είναι συνδεδεμένα με ένα μεμονωμένο πολιτισμό, αλλά είτε προηγούνται των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων μας και είναι φορείς τους (αυτά ονομάζω «πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις») είτε υπερβαίνουν τις πολιτισμικές μας ιδιαιτερότητες (εδώ θα αναφερθώ σε δύο διαπολιτισμικές δυνατότητες/παράγοντες)4. Σε αυτές τις δύο πρόσθετες διαστάσεις —τις πρωτοπολιτισμικές και τις διαπολιτισμικές— θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας.
Δεν αμφισβητώ ότι η τέχνη και άλλα προϊόντα καθορίζονται εν πολλοίς πολιτισμικά. Θεωρώ, ωστόσο, λάθος να θέλουμε να βλέπουμε μόνο αυτό τον πολιτισμικό καθορισμό ή/και —όπως κάνουν οι κουλτουραλιστές— να δηλώνουμε ότι είναι ο μοναδικός. Θα ήθελα να κατανοήσουμε πληρέστερα τα πολιτισμικά φαινόμενα, παρατηρώντας όχι μόνο τις πολιτισμικές διαστάσεις τους, αλλά και τις πρωτοπολιτισμικές και διαπολιτισμικές.
2. Πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις
Το γεγονός ότι η αντίληψή μας γενικώς και ο τρόπος που εκτιμούμε κάποιες αισθητικές αξίες ειδικότερα βασίζονται κυρίως σε πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις, αποδείχτηκε με πειστικό τρόπο τις τελευταίες δεκαετίες από τους εξελικτικούς βιολόγους.
α. Εκτίμηση συγκεκριμένων σωματικών χαρακτηριστικών
Όλοι οι πολιτισμοί εκτιμούν όσον αφορά στο ανθρώπινο σώμα την έντονη συμμετρική κατασκευή του σώματος και αντίστοιχα την έντονη συμμετρική κατατομή του προσώπου5. Επίσης, το άψογο δέρμα και τα δυνατά, στιλπνά μαλλιά θεωρούνται καθολικά ωραία6.
Η εξήγηση για αυτές τις προτιμήσεις είναι απλή: τα αναφερθέντα χαρακτηριστικά αποτελούν ενδείξεις για καλά γονίδια, για αυτό το λόγο επιλέχτηκαν εξελικτικά και θεμελιώθηκαν γενετικά7. Αυτό συνέβη στη διάρκεια της πρωτοπολιτισμικής περιόδου που ξεκίνησε πριν από περίπου 2,5 εκατομμύρια χρόνια, διάρκεσε μέχρι πριν από περίπου 40.000 χρόνια, και αποτελεί τη σημαντικότερη περίοδο της ανθρώπινης εξέλιξης. Σε αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε η «ανθρώπινη φύση», την οποία φέρει ο καθένας μας μέσα του και η οποία ελάχιστα έχει αλλάξει από εκείνη την κρίσιμη χρονική περίοδο και μετά, δηλαδή από τη μετάβαση στην πολιτισμική εξέλιξη πριν από 40.000 χρόνια (κάτι που μεταξύ άλλων αναγνωρίζεται και από το γεγονός ότι και σήμερα ακόμη η ανθρωπότητα είναι εντυπωσιακά ενιαία από γενετικής άποψης —πολύ περισσότερο ομοιογενής για παράδειγμα από ό,τι οποιοσδήποτε πληθυσμός χιμπατζήδων στην Αφρική, η διάδοση των οποίων περιορίζεται σε μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα). Συνεπώς, η πολιτισμική εξέλιξη αποσυνδέθηκε από το μηχανισμό της γενετικής παράδοσης, ανέπτυξε νέες μορφές παράδοσης για τα νεόκοπα περιεχόμενά της, γι’ αυτό το λόγο εδώ και 40.000 χρόνια δεν έχει σημειωθεί καμιά περαιτέρω γενετική εξέλιξη.
Πρόκειται επομένως αρχικά για πρωτοπολιτισμικά σχήματα που καθορίζουν ακόμη και σήμερα τον τρόπο που αξιολογούμε τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά8. Πολιτισμικοί υπερσχηματισμοί μπορούν να βασιστούν σε αυτά τα πρωτοπολιτισμικά σχήματα, δεν μπορούν όμως να τα θέσουν εκτός ισχύος....
Aπόσπασμα από το δοκίμιο που δημοσιεύεται στο τεύχος 29 του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ που κυκλοφορεί. Επιλογή και μετάφραση: Ανθή Βηδενμάιερ. O Βόλφγκανγκ Βελς (Wolfgang Welsch) (γεν. 1946) είναι ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας και ζει στο Βερολίνο. Δίδαξε μεταξύ άλλων στο Πανεπιστήμιο της Ιένας (1998-2012), στο Emory University (1998), Stanford University (1994-95), στο Πανεπιστήμιο του Χούμπολντ (1992-93), στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1987-1988). Τα ερευνητικά του ενδιαφέρονται έγκεινται στο χώρο της Ανθρωπολογίας και Επιστημολογίας, της Φιλοσοφικής Αισθητικής και Θεωρίας της Τέχνης, της Φιλοσοφίας των Πολιτισμών και της Σύγχρονης Φιλοσοφίας. Τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε μια συνεπή εξελικτική αντίληψη σχετικά με τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο λαμβάνοντας υπόψη τόσο τη φυσική όσο και την πολιτισμική εξέλιξή του. Το 1992 βραβεύθηκε με το βραβείο έρευνας Max-Planck.
Το απλό ερώτημα που θέτω εγώ είναι, αν η τέχνη αποτελεί εξ ολοκλήρου προϊόν του πολιτισμού. Καθώς η ερώτηση τίθεται με αυτόν τον τρόπο προφανώς συνεπάγεται μια αρνητική απάντηση. Ακολούθως θέλω να δείξω ότι στην τέχνη δεν ανήκει μόνο μια πολιτισμική διάσταση, αλλά επίσης και μια προπολιτισμική και μια διαπολιτισμική.1
Με την πρώτη ματιά είναι προφανές ότι τα έργα τέχνης είναι ειδικά πολιτισμικά δημιουργήματα. Ας δούμε παραδείγματα που είναι γνωστά σε όλους μας, όπως τη Μόνα Λίζα ή το Τατζ Μαχάλ ή την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Πρόκειται προφανώς για υψηλού βαθμού ειδικά-πολιτισμικά προϊόντα. Η Μόνα Λίζα μπορούσε να δημιουργηθεί μόνο στο πλαίσιο της ιταλικής Αναγέννησης, ενώ στην Ιαπωνία θα ήταν αδιανόητη. Το Τατζ Μαχάλ μπορούσε να χτιστεί μόνο στην Ινδία και όχι για παράδειγμα στη Βαυαρία. Και η Ενάτη του Μπετόβεν ανήκει απόλυτα στην Κλασική εποχή της Βιέννης.
Ενόψει αυτού του ειδικού-πολιτισμικού χαρακτήρα γίνεται ακόμη πιο αξιοπερίεργο το γεγονός ότι αυτά τα έργα εκτιμούνται σε όλους τους πολιτισμούς2. Συναρπάζουν ανθρώπους κάθε προέλευσης και εκτιμούνται διαπολιτισμικά (δια μέσου όλων των πολιτισμών) ως καθολικά μεγαλειώδη έργα —τελείως ανεξάρτητα από την πολιτισμική προέλευση και τις ιδιαιτερότητες αυτών που τα προσλαμβάνουν3.
Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι κάθε χρόνο περίπου 10.000 ερασιτέχνες τραγουδιστές ανεβάζουν την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν—μια πραγματική πρόκληση για τους συμμετέχοντες, καθώς πρέπει να μπορούν να τραγουδήσουν, με κατανοητό τρόπο στη γερμανική γλώσσα, στίχους όπως «Freude, schöner Götterfunken» (Χαρά, όμορφη σπίθα των Θεών), κάτι που προϋποθέτει σκληρές πρόβες εκ μέρους τους.
Πώς είναι δυνατόν κάτι τόσο υψηλού βαθμού ειδικό-πολιτισμικό να μπορεί συγχρόνως να είναι τόσο ελκυστικό για τα μέλη ενός άλλου πολιτισμού, ώστε να προσλαμβάνει μια καθολική ελκυστικότητα;
Προφανώς τέτοια έργα απευθύνονται σε ένα επίπεδο μέσα μας που υπερβαίνει τις ειδικές-πολιτισμικές και τις μεμονωμένες πολιτισμικές ιδιαιτερότητές μας. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι διαθέτει διάφορα επίπεδα: όχι μόνο τον «όροφο ευγενείας» (piano nobile) που καθορίζεται από τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε πολιτισμού, στον οποίο μεγαλώσαμε και στον οποίο αισθανόμαστε ότι ανήκουμε, αλλά και άλλα επίπεδα που δεν είναι συνδεδεμένα με ένα μεμονωμένο πολιτισμό, αλλά είτε προηγούνται των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων μας και είναι φορείς τους (αυτά ονομάζω «πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις») είτε υπερβαίνουν τις πολιτισμικές μας ιδιαιτερότητες (εδώ θα αναφερθώ σε δύο διαπολιτισμικές δυνατότητες/παράγοντες)4. Σε αυτές τις δύο πρόσθετες διαστάσεις —τις πρωτοπολιτισμικές και τις διαπολιτισμικές— θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας.
Δεν αμφισβητώ ότι η τέχνη και άλλα προϊόντα καθορίζονται εν πολλοίς πολιτισμικά. Θεωρώ, ωστόσο, λάθος να θέλουμε να βλέπουμε μόνο αυτό τον πολιτισμικό καθορισμό ή/και —όπως κάνουν οι κουλτουραλιστές— να δηλώνουμε ότι είναι ο μοναδικός. Θα ήθελα να κατανοήσουμε πληρέστερα τα πολιτισμικά φαινόμενα, παρατηρώντας όχι μόνο τις πολιτισμικές διαστάσεις τους, αλλά και τις πρωτοπολιτισμικές και διαπολιτισμικές.
2. Πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις
Το γεγονός ότι η αντίληψή μας γενικώς και ο τρόπος που εκτιμούμε κάποιες αισθητικές αξίες ειδικότερα βασίζονται κυρίως σε πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις, αποδείχτηκε με πειστικό τρόπο τις τελευταίες δεκαετίες από τους εξελικτικούς βιολόγους.
α. Εκτίμηση συγκεκριμένων σωματικών χαρακτηριστικών
Όλοι οι πολιτισμοί εκτιμούν όσον αφορά στο ανθρώπινο σώμα την έντονη συμμετρική κατασκευή του σώματος και αντίστοιχα την έντονη συμμετρική κατατομή του προσώπου5. Επίσης, το άψογο δέρμα και τα δυνατά, στιλπνά μαλλιά θεωρούνται καθολικά ωραία6.
Η εξήγηση για αυτές τις προτιμήσεις είναι απλή: τα αναφερθέντα χαρακτηριστικά αποτελούν ενδείξεις για καλά γονίδια, για αυτό το λόγο επιλέχτηκαν εξελικτικά και θεμελιώθηκαν γενετικά7. Αυτό συνέβη στη διάρκεια της πρωτοπολιτισμικής περιόδου που ξεκίνησε πριν από περίπου 2,5 εκατομμύρια χρόνια, διάρκεσε μέχρι πριν από περίπου 40.000 χρόνια, και αποτελεί τη σημαντικότερη περίοδο της ανθρώπινης εξέλιξης. Σε αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε η «ανθρώπινη φύση», την οποία φέρει ο καθένας μας μέσα του και η οποία ελάχιστα έχει αλλάξει από εκείνη την κρίσιμη χρονική περίοδο και μετά, δηλαδή από τη μετάβαση στην πολιτισμική εξέλιξη πριν από 40.000 χρόνια (κάτι που μεταξύ άλλων αναγνωρίζεται και από το γεγονός ότι και σήμερα ακόμη η ανθρωπότητα είναι εντυπωσιακά ενιαία από γενετικής άποψης —πολύ περισσότερο ομοιογενής για παράδειγμα από ό,τι οποιοσδήποτε πληθυσμός χιμπατζήδων στην Αφρική, η διάδοση των οποίων περιορίζεται σε μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα). Συνεπώς, η πολιτισμική εξέλιξη αποσυνδέθηκε από το μηχανισμό της γενετικής παράδοσης, ανέπτυξε νέες μορφές παράδοσης για τα νεόκοπα περιεχόμενά της, γι’ αυτό το λόγο εδώ και 40.000 χρόνια δεν έχει σημειωθεί καμιά περαιτέρω γενετική εξέλιξη.
Πρόκειται επομένως αρχικά για πρωτοπολιτισμικά σχήματα που καθορίζουν ακόμη και σήμερα τον τρόπο που αξιολογούμε τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά8. Πολιτισμικοί υπερσχηματισμοί μπορούν να βασιστούν σε αυτά τα πρωτοπολιτισμικά σχήματα, δεν μπορούν όμως να τα θέσουν εκτός ισχύος....
Aπόσπασμα από το δοκίμιο που δημοσιεύεται στο τεύχος 29 του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ που κυκλοφορεί. Επιλογή και μετάφραση: Ανθή Βηδενμάιερ. O Βόλφγκανγκ Βελς (Wolfgang Welsch) (γεν. 1946) είναι ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας και ζει στο Βερολίνο. Δίδαξε μεταξύ άλλων στο Πανεπιστήμιο της Ιένας (1998-2012), στο Emory University (1998), Stanford University (1994-95), στο Πανεπιστήμιο του Χούμπολντ (1992-93), στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1987-1988). Τα ερευνητικά του ενδιαφέρονται έγκεινται στο χώρο της Ανθρωπολογίας και Επιστημολογίας, της Φιλοσοφικής Αισθητικής και Θεωρίας της Τέχνης, της Φιλοσοφίας των Πολιτισμών και της Σύγχρονης Φιλοσοφίας. Τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε μια συνεπή εξελικτική αντίληψη σχετικά με τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο λαμβάνοντας υπόψη τόσο τη φυσική όσο και την πολιτισμική εξέλιξή του. Το 1992 βραβεύθηκε με το βραβείο έρευνας Max-Planck.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου