Κείμενα μικρά, σκληρά, πεζά που μεταφέρουν ποίηση και εκχύνουν εικόνες πλάνες, θολές, αποτρόπαιες ενίοτε. Στίχοι φωτογραφικοί, όνειρα σε άσπρο μαύρο, μια νωχελική παραίτηση που στάζει πάθος για τη ζωή, ο θάνατος φυσικά αυτοπροσώπως σε κάθε γωνία, σε κάθε πτυχή, λεπτομέρεια των αδιέξοδων ιστοριών του βιβλίου.
Γραφή πρωτότυπη που λειαίνει τις αισθήσεις, δεν τις χαϊδεύει όμως. Δεν υπάρχει αρχή κι επομένως δεν υπάρχει τέλος (και καλύτερα). Λόγια ξεκομμένα —που παριστάνουν τους στίχους κι είναι στην πραγματικότητα η κληρονομιά και η υποθήκη κάποιου που αναχωρεί— ξεπηδάνε κι ορθώνουν το ανάστημα μα γρήγορα πέφτουν, η ιστορία χάνεται, το σκοτάδι προχωρεί.
Είκοσι επτά σελίδες πόνου. Είκοσι επτά σελίδες ξυραφιού. Είκοσι επτά σελίδες ανυπαρξίας.
Πρόκειται «για τις σημειώσεις μιας παρατεταμένης εφηβείας», όπως υποτιτλίζεται η συλλογή. Οι σημειώσεις μιας χίμαιρας. Δεν είναι μικρό πεζό. Δεν είναι ποίηση (μόνο). Δεν υπάρχει φιλολογική φόρμα να το εντάξεις (καλύτερα). Δεν έχει νόημα να το αναλύεις αλλά να το διαβάζεις (πολλές φορές). Όταν ο ουρανός μαυρίζει, αισθάνεσαι πως θα βρέξει, δεν το ψάχνεις.
Η από Αθήνα κατοικούσα και από Ζάκυνθο καταγόμενη και ορμώμενη η συλλογή και η δημιουργός. Από παντού οι μετέωροι στίχοι των πεζών ποιημάτων της. Ψυχεδέλεια, απόδραση, σκοτεινό παραμύθι, in extremis σκέψεις, πορεία, διάβαση, μονοπάτι, στενότητα, λάθος διαδρομή, όλα μαζί και τίποτε από αυτά, όλα μαζί και πέρα από αυτά.
Είναι σκέψεις. Είναι τομάρια γδαρμένα. Είναι λόγια αγέρωχα. Είναι μια μετάληψη για λίγους (πολύ λίγους). Είναι πέρα από την κουλτούρα, επικρατούσα και μη (ευτυχώς, ευτυχώς). Είναι φευγάτο βιβλίο ελάχιστο, αποδρά μέσα σε μια καινούργια φυλακή λέξεων και αισθημάτων (αν και μια φυλακή δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά παλιά...).
Τα κείμενα τούτα δεν είναι φάροι ούτε βραχονησίδες, μάλλον βράχια αγριωπά που πάνω τους ίσως φωτογραφίζονται τουρίστες είναι, θα μου πείτε, τι κριτική είναι πάλι αυτή, πού ακούστηκε οι στίχοι να είναι σκηνικό για φωτό ξενέρωτων, όμως αγαπητοί μου, σεις όλοι με τη ζωή σας, δεν είστε τίποτε άλλο παρά αστοί της συμφοράς που δε σας κάμπτει τίποτα και ποτέ, και ψηφίζετε δεξιά όλο χαρά, λοιπόν ευτυχώς, αγαπητοί μου, εδώ υπάρχουν μόνο τόποι ανεξερεύνητοι μακριά από εσάς, εδώ υπάρχουν μόνο λιοντάρια, τομάρια λιονταριών...
Ευτυχείτε!
Ο Γιάννης Τσιτσίμης είναι συγγραφέας, συμμετέχει στον εκδοτικό εγχείρημα του ΕΝΕΚΕΝ.
Το κείμενο στο τεύχος 32 του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ που κυκλοφορεί.
Γραφή πρωτότυπη που λειαίνει τις αισθήσεις, δεν τις χαϊδεύει όμως. Δεν υπάρχει αρχή κι επομένως δεν υπάρχει τέλος (και καλύτερα). Λόγια ξεκομμένα —που παριστάνουν τους στίχους κι είναι στην πραγματικότητα η κληρονομιά και η υποθήκη κάποιου που αναχωρεί— ξεπηδάνε κι ορθώνουν το ανάστημα μα γρήγορα πέφτουν, η ιστορία χάνεται, το σκοτάδι προχωρεί.
Είκοσι επτά σελίδες πόνου. Είκοσι επτά σελίδες ξυραφιού. Είκοσι επτά σελίδες ανυπαρξίας.
Πρόκειται «για τις σημειώσεις μιας παρατεταμένης εφηβείας», όπως υποτιτλίζεται η συλλογή. Οι σημειώσεις μιας χίμαιρας. Δεν είναι μικρό πεζό. Δεν είναι ποίηση (μόνο). Δεν υπάρχει φιλολογική φόρμα να το εντάξεις (καλύτερα). Δεν έχει νόημα να το αναλύεις αλλά να το διαβάζεις (πολλές φορές). Όταν ο ουρανός μαυρίζει, αισθάνεσαι πως θα βρέξει, δεν το ψάχνεις.
Η από Αθήνα κατοικούσα και από Ζάκυνθο καταγόμενη και ορμώμενη η συλλογή και η δημιουργός. Από παντού οι μετέωροι στίχοι των πεζών ποιημάτων της. Ψυχεδέλεια, απόδραση, σκοτεινό παραμύθι, in extremis σκέψεις, πορεία, διάβαση, μονοπάτι, στενότητα, λάθος διαδρομή, όλα μαζί και τίποτε από αυτά, όλα μαζί και πέρα από αυτά.
Είναι σκέψεις. Είναι τομάρια γδαρμένα. Είναι λόγια αγέρωχα. Είναι μια μετάληψη για λίγους (πολύ λίγους). Είναι πέρα από την κουλτούρα, επικρατούσα και μη (ευτυχώς, ευτυχώς). Είναι φευγάτο βιβλίο ελάχιστο, αποδρά μέσα σε μια καινούργια φυλακή λέξεων και αισθημάτων (αν και μια φυλακή δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά παλιά...).
Τα κείμενα τούτα δεν είναι φάροι ούτε βραχονησίδες, μάλλον βράχια αγριωπά που πάνω τους ίσως φωτογραφίζονται τουρίστες είναι, θα μου πείτε, τι κριτική είναι πάλι αυτή, πού ακούστηκε οι στίχοι να είναι σκηνικό για φωτό ξενέρωτων, όμως αγαπητοί μου, σεις όλοι με τη ζωή σας, δεν είστε τίποτε άλλο παρά αστοί της συμφοράς που δε σας κάμπτει τίποτα και ποτέ, και ψηφίζετε δεξιά όλο χαρά, λοιπόν ευτυχώς, αγαπητοί μου, εδώ υπάρχουν μόνο τόποι ανεξερεύνητοι μακριά από εσάς, εδώ υπάρχουν μόνο λιοντάρια, τομάρια λιονταριών...
Ευτυχείτε!
Ο Γιάννης Τσιτσίμης είναι συγγραφέας, συμμετέχει στον εκδοτικό εγχείρημα του ΕΝΕΚΕΝ.
Το κείμενο στο τεύχος 32 του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ που κυκλοφορεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου