Η Τέχνη, λέμε, αποτελεί ένα προϊόν του πολιτισμού. Και όντως: από τότε που η ανθρωπότητα πέρασε στην πολιτισμική εξέλιξη (πριν από περίπου 40.000 χρόνια) υπάρχουν αντικείμενα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως έργα τέχνης: πρώιμες μορφές ανθρώπων και ζώων, μουσικά όργανα, σπηλαιογραφίες κ.λπ.
Το απλό ερώτημα που θέτω εγώ είναι, αν η τέχνη αποτελεί εξ ολοκλήρου προϊόν του πολιτισμού. Καθώς η ερώτηση τίθεται με αυτόν τον τρόπο προφανώς συνεπάγεται μια αρνητική απάντηση. Ακολούθως θέλω να δείξω ότι στην τέχνη δεν ανήκει μόνο μια πολιτισμική διάσταση, αλλά επίσης και μια προπολιτισμική και μια διαπολιτισμική.1
Με την πρώτη ματιά είναι προφανές ότι τα έργα τέχνης είναι ειδικά πολιτισμικά δημιουργήματα. Ας δούμε παραδείγματα που είναι γνωστά σε όλους μας, όπως τη Μόνα Λίζα ή το Τατζ Μαχάλ ή την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Πρόκειται προφανώς για υψηλού βαθμού ειδικά-πολιτισμικά προϊόντα. Η Μόνα Λίζα μπορούσε να δημιουργηθεί μόνο στο πλαίσιο της ιταλικής Αναγέννησης, ενώ στην Ιαπωνία θα ήταν αδιανόητη. Το Τατζ Μαχάλ μπορούσε να χτιστεί μόνο στην Ινδία και όχι για παράδειγμα στη Βαυαρία. Και η Ενάτη του Μπετόβεν ανήκει απόλυτα στην Κλασική εποχή της Βιέννης.
Ενόψει αυτού του ειδικού-πολιτισμικού χαρακτήρα γίνεται ακόμη πιο αξιοπερίεργο το γεγονός ότι αυτά τα έργα εκτιμούνται σε όλους τους πολιτισμούς2. Συναρπάζουν ανθρώπους κάθε προέλευσης και εκτιμούνται διαπολιτισμικά (δια μέσου όλων των πολιτισμών) ως καθολικά μεγαλειώδη έργα —τελείως ανεξάρτητα από την πολιτισμική προέλευση και τις ιδιαιτερότητες αυτών που τα προσλαμβάνουν3.
Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι κάθε χρόνο περίπου 10.000 ερασιτέχνες τραγουδιστές ανεβάζουν την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν—μια πραγματική πρόκληση για τους συμμετέχοντες, καθώς πρέπει να μπορούν να τραγουδήσουν, με κατανοητό τρόπο στη γερμανική γλώσσα, στίχους όπως «Freude, schöner Götterfunken» (Χαρά, όμορφη σπίθα των Θεών), κάτι που προϋποθέτει σκληρές πρόβες εκ μέρους τους.
Πώς είναι δυνατόν κάτι τόσο υψηλού βαθμού ειδικό-πολιτισμικό να μπορεί συγχρόνως να είναι τόσο ελκυστικό για τα μέλη ενός άλλου πολιτισμού, ώστε να προσλαμβάνει μια καθολική ελκυστικότητα;
Προφανώς τέτοια έργα απευθύνονται σε ένα επίπεδο μέσα μας που υπερβαίνει τις ειδικές-πολιτισμικές και τις μεμονωμένες πολιτισμικές ιδιαιτερότητές μας. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι διαθέτει διάφορα επίπεδα: όχι μόνο τον «όροφο ευγενείας» (piano nobile) που καθορίζεται από τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε πολιτισμού, στον οποίο μεγαλώσαμε και στον οποίο αισθανόμαστε ότι ανήκουμε, αλλά και άλλα επίπεδα που δεν είναι συνδεδεμένα με ένα μεμονωμένο πολιτισμό, αλλά είτε προηγούνται των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων μας και είναι φορείς τους (αυτά ονομάζω «πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις») είτε υπερβαίνουν τις πολιτισμικές μας ιδιαιτερότητες (εδώ θα αναφερθώ σε δύο διαπολιτισμικές δυνατότητες/παράγοντες)4. Σε αυτές τις δύο πρόσθετες διαστάσεις —τις πρωτοπολιτισμικές και τις διαπολιτισμικές— θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας.
Δεν αμφισβητώ ότι η τέχνη και άλλα προϊόντα καθορίζονται εν πολλοίς πολιτισμικά. Θεωρώ, ωστόσο, λάθος να θέλουμε να βλέπουμε μόνο αυτό τον πολιτισμικό καθορισμό ή/και —όπως κάνουν οι κουλτουραλιστές— να δηλώνουμε ότι είναι ο μοναδικός. Θα ήθελα να κατανοήσουμε πληρέστερα τα πολιτισμικά φαινόμενα, παρατηρώντας όχι μόνο τις πολιτισμικές διαστάσεις τους, αλλά και τις πρωτοπολιτισμικές και διαπολιτισμικές.
2. Πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις
Το γεγονός ότι η αντίληψή μας γενικώς και ο τρόπος που εκτιμούμε κάποιες αισθητικές αξίες ειδικότερα βασίζονται κυρίως σε πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις, αποδείχτηκε με πειστικό τρόπο τις τελευταίες δεκαετίες από τους εξελικτικούς βιολόγους.
α. Εκτίμηση συγκεκριμένων σωματικών χαρακτηριστικών
Όλοι οι πολιτισμοί εκτιμούν όσον αφορά στο ανθρώπινο σώμα την έντονη συμμετρική κατασκευή του σώματος και αντίστοιχα την έντονη συμμετρική κατατομή του προσώπου5. Επίσης, το άψογο δέρμα και τα δυνατά, στιλπνά μαλλιά θεωρούνται καθολικά ωραία6.
Η εξήγηση για αυτές τις προτιμήσεις είναι απλή: τα αναφερθέντα χαρακτηριστικά αποτελούν ενδείξεις για καλά γονίδια, για αυτό το λόγο επιλέχτηκαν εξελικτικά και θεμελιώθηκαν γενετικά7. Αυτό συνέβη στη διάρκεια της πρωτοπολιτισμικής περιόδου που ξεκίνησε πριν από περίπου 2,5 εκατομμύρια χρόνια, διάρκεσε μέχρι πριν από περίπου 40.000 χρόνια, και αποτελεί τη σημαντικότερη περίοδο της ανθρώπινης εξέλιξης. Σε αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε η «ανθρώπινη φύση», την οποία φέρει ο καθένας μας μέσα του και η οποία ελάχιστα έχει αλλάξει από εκείνη την κρίσιμη χρονική περίοδο και μετά, δηλαδή από τη μετάβαση στην πολιτισμική εξέλιξη πριν από 40.000 χρόνια (κάτι που μεταξύ άλλων αναγνωρίζεται και από το γεγονός ότι και σήμερα ακόμη η ανθρωπότητα είναι εντυπωσιακά ενιαία από γενετικής άποψης —πολύ περισσότερο ομοιογενής για παράδειγμα από ό,τι οποιοσδήποτε πληθυσμός χιμπατζήδων στην Αφρική, η διάδοση των οποίων περιορίζεται σε μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα). Συνεπώς, η πολιτισμική εξέλιξη αποσυνδέθηκε από το μηχανισμό της γενετικής παράδοσης, ανέπτυξε νέες μορφές παράδοσης για τα νεόκοπα περιεχόμενά της, γι’ αυτό το λόγο εδώ και 40.000 χρόνια δεν έχει σημειωθεί καμιά περαιτέρω γενετική εξέλιξη.
Πρόκειται επομένως αρχικά για πρωτοπολιτισμικά σχήματα που καθορίζουν ακόμη και σήμερα τον τρόπο που αξιολογούμε τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά8. Πολιτισμικοί υπερσχηματισμοί μπορούν να βασιστούν σε αυτά τα πρωτοπολιτισμικά σχήματα, δεν μπορούν όμως να τα θέσουν εκτός ισχύος.
β. Γενετική εκτίμηση της αυτοομοιότητας
Η συμμετρία βεβαίως δεν εκτιμάται από εμάς μόνο ως χαρακτηριστικό του ανθρώπινου σώματος αλλά και πέρα από αυτό, για παράδειγμα στα φυτά, στην αρχιτεκτονική ή στην ακολουθία των αριθμών. Διαθέτουμε μια γενική αισθητική προτίμηση για μορφές της αυτοομοιότητας9. Και σε αυτήν την περίπτωση πρόκειται για μια παλιά κληρονομιά, που είναι γενετικά θεμελιωμένη.
Επιτρέψτε μου να αναφερθώ πιο διεξοδικά στις διαφορετικές μορφές αυτοομοιότητας.
Η πιο απλή εντοπίζεται στη συμμετρία κατόπτρου ή συμμετρία ως προς τον άξονα. Σε αυτή την περίπτωση το δεξί και το αριστερό ήμισυ μιας εικόνας είναι ακριβώς ίδια ως προς τον κεντρικό άξονα ενός κατόπτρου9α.
Ωστόσο, αυτή η πλέον απλή μορφή συμμετρίας δεν μας ικανοποιεί αισθητικά απόλυτα. Μπορεί κανείς να το δει αυτό παίρνοντας ως παράδειγμα την Αυτοπροσωπογραφία του Άλμπρεχτ Ντίρερ, από το 1500 (εικόνα 1). Κανείς δεν θα αμφισβητήσει ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ωραίο πρόσωπο. Αλλά είναι συμμετρικό; Αν διαχωρίσει κανείς τα δύο ημίσεα και συναρμολογήσει ξανά το κάθε ένα με το είδωλό του, σχηματίζοντας δύο ολόκληρα πρόσωπα (εικόνα 2), δεν διαπιστώνει μόνο πόσο διαφορετικά είναι τα δύο αυτά πρόσωπα, αλλά και ότι αυτά τα δύο τέλεια συμμετρικά πρόσωπα είναι πολύ λιγότερο ελκυστικά από ό,τι το αρχικό πρόσωπο, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν διαθέτει κάποια τέλεια συμμετρία, είναι όμως πολύ πιο ζωντανό.
Δεν μπορεί επομένως μόνο η συμμετρία κατόπτρου ή άξονα να παράγει την αισθητική γοητεία10. Πρέπει να προστίθεται και μια ένδειξη ζωντάνιας. Η ομορφιά δεν προκύπτει από κάποια ακολουθία μαθηματικής ακρίβειας αλλά από το οργανικό παιχνίδι γύρω από ένα πρότυπο (Σίλερ, Χέλντερλιν).
Ένα προφανώς οργανικό στοιχείο χαρακτηρίζει την αμέσως επόμενη μορφή αυτοομοιότητας, τη Χρυσή Τομή. Εδώ, όπως γνωρίζετε, η διαίρεση μιας απόστασης, σε αντίθεση με τη συμμετρία κατόπτρου, δεν γίνεται στη μέση, αλλά με τρόπο ώστε το μικρότερο τμήμα να συμπεριφέρεται απέναντι στο μεγαλύτερο όπως αυτό προς τη συνολική απόσταση11. Εδώ έχουμε επομένως μια ολιστική μορφή της αυτοομοιότητας12. Και επομένως μια μορφή αυτοομοιότητας, τυπική για τον οργανισμό, διότι για τους οργανισμούς είναι χαρακτηριστική η αλληλεξάρτηση μεταξύ των τμημάτων και του όλου.
Και οι αναλογίες σύμφωνα με τη Χρυσή Τομή θεωρούνται, όπως δείχνουν πρόσφατες μελέτες, ωραίες σε όλους τους πολιτισμούς13 —δηλαδή σε καμία περίπτωση μόνο στον πολιτισμό της Εσπερίας όπου θεωρούνταν «θεϊκή αναλογία»14 και όπου τα παραδείγματα της ελληνικής αρχιτεκτονικής (όπως για παράδειγμα ο Παρθενώνας εδώ στην Αθήνα) φτάνουν μέχρι τον 20ό αιώνα15.
Ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό παράδειγμα εκτός Ευρώπης είναι ο ζεν κήπος ξηρού τοπίου Ryōan-ji15α στο Κιότο —ο πιο γνωστός κήπος ξηρού τοπίου όχι μόνο στην Ιαπωνία αλλά σε όλο τον κόσμο. Και εδώ τόσο οι διαστάσεις της τετράγωνης αμμώδους επιφάνειας όσο και οι αποστάσεις των λίθων μεταξύ τους και από την περίμετρο είναι σύμφωνες με την αρχή της Χρυσής Τομής.16
Παραδείγματα ολιστικής αυτοομοιότητας δεν υπάρχουν μόνο στην τέχνη αλλά και στη φύση.16α
Αυτό αφορά για παράδειγμα τους φλοιούς των κουκουναριών και τους σπόρους ενός ηλιοτρόπιου ή τη διάταξη των οφθαλμών στην ουρά ενός παγονιού καθώς και τη δομή των μαλάκιων17. Η αυτοομοιότητα εδώ αποτελεί το επακόλουθο της αυτοοργάνωσης18,19.
Ένα ενδιαφέρον ερώτημα θα ήταν γιατί εμείς οι άνθρωποι αξιολογούμε αυτού του είδους την αυτοομοιότητα ως ωραία —γιατί δηλαδή με την αίσθηση της αισθητικής μας έχουμε διαμορφώσει έναν ανιχνευτή αυτοοργάνωσης— αλλά αυτό θα υπερέβαινε το παρόν πλαίσιο20.
Αυτή τη στιγμή θέλω μόνο να τονίσω ότι και η αισθητική απόλαυση πολύπλοκων σχημάτων της αυτοομοιότητας αποτελεί κοινό κτήμα της ανθρωπότητας —και κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα κομμάτι της κληρονομιάς που έχει περιέλθει σε εμάς από την πρωτοπολιτισμική ανάπτυξη και συνεχίζει να ισχύει στο πλαίσιο της πολιτισμικής εξέλιξης....
Απόσπασμα από το δοκίμιο ΠΡΩΤΟΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ του Wolfgang Welsch που δημοσιεύεται στο τεύχος 29ο του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ.O Βόλφγκανγκ Βελς (Wolfgang Welsch) (γεν. 1946) είναι ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας και ζει στο Βερολίνο. Δίδαξε μεταξύ άλλων στο Πανεπιστήμιο της Ιένας (1998-2012), στο Emory University (1998), Stanford University (1994-95), στο Πανεπιστήμιο του Χούμπολντ (1992-93), στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1987-1988). Τα ερευνητικά του ενδιαφέρονται έγκεινται στο χώρο της Ανθρωπολογίας και Επιστημολογίας, της Φιλοσοφικής Αισθητικής και Θεωρίας της Τέχνης, της Φιλοσοφίας των Πολιτισμών και της Σύγχρονης Φιλοσοφίας. Τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε μια συνεπή εξελικτική αντίληψη σχετικά με τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο λαμβάνοντας υπόψη τόσο τη φυσική όσο και την πολιτισμική εξέλιξή του. Το 1992 βραβεύθηκε με το βραβείο έρευνας Max-Planck.
Σημαντικότερα έργα του:
- Aisthesis (1987)
- Unsere postmoderne Moderne (1987, 7. Aufl. 2008)
- Ästhetisches Denken (1990, 7. Aufl. 2010)
- Vernunft (1995, 4. Aufl. 2007)
- Grenzgänge der Ästhetik (1996)
- Undoing Aesthetics (1997)
- Immer nur der Mensch? (2011)
- Blickwechsel – Neue Wege der Ästhetik (Stuttgart: Reclam, 2012)
- Mensch und Welt (2012)
- Homo mundanus-Jenseits der anthropischen Denkform der Moderne (2012)
- Der Philosoph. Die Gedankenwelt des Aristoteles (2012)
Επιλογή και μετάφραση: Ανθή Βηδενμάιερ. Η Ανθή Βηδενμάιερ είναι επίκουρη καθηγήτρια της Θεωρίας και πρακτικής της λογοτεχνικής μετάφρασης, Γερμανικά - Ελληνικά. Από τις εκδόσεις ΕΝΕΚΕΝ κυκλοφορεί το βιβλίο της «Το παζλ της μετάφρασης», Θεσσαλονίκη, 2011, ISBN (978-960-98153-9-0) (210 σελ.). Κείμενα και μεταφράσεις της δημοσιεύνονται τακτικά στο περιοδικό ΕΝΕΚΕΝ.
Το απλό ερώτημα που θέτω εγώ είναι, αν η τέχνη αποτελεί εξ ολοκλήρου προϊόν του πολιτισμού. Καθώς η ερώτηση τίθεται με αυτόν τον τρόπο προφανώς συνεπάγεται μια αρνητική απάντηση. Ακολούθως θέλω να δείξω ότι στην τέχνη δεν ανήκει μόνο μια πολιτισμική διάσταση, αλλά επίσης και μια προπολιτισμική και μια διαπολιτισμική.1
Με την πρώτη ματιά είναι προφανές ότι τα έργα τέχνης είναι ειδικά πολιτισμικά δημιουργήματα. Ας δούμε παραδείγματα που είναι γνωστά σε όλους μας, όπως τη Μόνα Λίζα ή το Τατζ Μαχάλ ή την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Πρόκειται προφανώς για υψηλού βαθμού ειδικά-πολιτισμικά προϊόντα. Η Μόνα Λίζα μπορούσε να δημιουργηθεί μόνο στο πλαίσιο της ιταλικής Αναγέννησης, ενώ στην Ιαπωνία θα ήταν αδιανόητη. Το Τατζ Μαχάλ μπορούσε να χτιστεί μόνο στην Ινδία και όχι για παράδειγμα στη Βαυαρία. Και η Ενάτη του Μπετόβεν ανήκει απόλυτα στην Κλασική εποχή της Βιέννης.
Ενόψει αυτού του ειδικού-πολιτισμικού χαρακτήρα γίνεται ακόμη πιο αξιοπερίεργο το γεγονός ότι αυτά τα έργα εκτιμούνται σε όλους τους πολιτισμούς2. Συναρπάζουν ανθρώπους κάθε προέλευσης και εκτιμούνται διαπολιτισμικά (δια μέσου όλων των πολιτισμών) ως καθολικά μεγαλειώδη έργα —τελείως ανεξάρτητα από την πολιτισμική προέλευση και τις ιδιαιτερότητες αυτών που τα προσλαμβάνουν3.
Σκεφτείτε για παράδειγμα ότι κάθε χρόνο περίπου 10.000 ερασιτέχνες τραγουδιστές ανεβάζουν την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν—μια πραγματική πρόκληση για τους συμμετέχοντες, καθώς πρέπει να μπορούν να τραγουδήσουν, με κατανοητό τρόπο στη γερμανική γλώσσα, στίχους όπως «Freude, schöner Götterfunken» (Χαρά, όμορφη σπίθα των Θεών), κάτι που προϋποθέτει σκληρές πρόβες εκ μέρους τους.
Πώς είναι δυνατόν κάτι τόσο υψηλού βαθμού ειδικό-πολιτισμικό να μπορεί συγχρόνως να είναι τόσο ελκυστικό για τα μέλη ενός άλλου πολιτισμού, ώστε να προσλαμβάνει μια καθολική ελκυστικότητα;
Προφανώς τέτοια έργα απευθύνονται σε ένα επίπεδο μέσα μας που υπερβαίνει τις ειδικές-πολιτισμικές και τις μεμονωμένες πολιτισμικές ιδιαιτερότητές μας. Ο άνθρωπος φαίνεται ότι διαθέτει διάφορα επίπεδα: όχι μόνο τον «όροφο ευγενείας» (piano nobile) που καθορίζεται από τις ιδιαιτερότητες του εκάστοτε πολιτισμού, στον οποίο μεγαλώσαμε και στον οποίο αισθανόμαστε ότι ανήκουμε, αλλά και άλλα επίπεδα που δεν είναι συνδεδεμένα με ένα μεμονωμένο πολιτισμό, αλλά είτε προηγούνται των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων μας και είναι φορείς τους (αυτά ονομάζω «πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις») είτε υπερβαίνουν τις πολιτισμικές μας ιδιαιτερότητες (εδώ θα αναφερθώ σε δύο διαπολιτισμικές δυνατότητες/παράγοντες)4. Σε αυτές τις δύο πρόσθετες διαστάσεις —τις πρωτοπολιτισμικές και τις διαπολιτισμικές— θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας.
Δεν αμφισβητώ ότι η τέχνη και άλλα προϊόντα καθορίζονται εν πολλοίς πολιτισμικά. Θεωρώ, ωστόσο, λάθος να θέλουμε να βλέπουμε μόνο αυτό τον πολιτισμικό καθορισμό ή/και —όπως κάνουν οι κουλτουραλιστές— να δηλώνουμε ότι είναι ο μοναδικός. Θα ήθελα να κατανοήσουμε πληρέστερα τα πολιτισμικά φαινόμενα, παρατηρώντας όχι μόνο τις πολιτισμικές διαστάσεις τους, αλλά και τις πρωτοπολιτισμικές και διαπολιτισμικές.
2. Πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις
Το γεγονός ότι η αντίληψή μας γενικώς και ο τρόπος που εκτιμούμε κάποιες αισθητικές αξίες ειδικότερα βασίζονται κυρίως σε πρωτοπολιτισμικές διαθέσεις, αποδείχτηκε με πειστικό τρόπο τις τελευταίες δεκαετίες από τους εξελικτικούς βιολόγους.
α. Εκτίμηση συγκεκριμένων σωματικών χαρακτηριστικών
Όλοι οι πολιτισμοί εκτιμούν όσον αφορά στο ανθρώπινο σώμα την έντονη συμμετρική κατασκευή του σώματος και αντίστοιχα την έντονη συμμετρική κατατομή του προσώπου5. Επίσης, το άψογο δέρμα και τα δυνατά, στιλπνά μαλλιά θεωρούνται καθολικά ωραία6.
Η εξήγηση για αυτές τις προτιμήσεις είναι απλή: τα αναφερθέντα χαρακτηριστικά αποτελούν ενδείξεις για καλά γονίδια, για αυτό το λόγο επιλέχτηκαν εξελικτικά και θεμελιώθηκαν γενετικά7. Αυτό συνέβη στη διάρκεια της πρωτοπολιτισμικής περιόδου που ξεκίνησε πριν από περίπου 2,5 εκατομμύρια χρόνια, διάρκεσε μέχρι πριν από περίπου 40.000 χρόνια, και αποτελεί τη σημαντικότερη περίοδο της ανθρώπινης εξέλιξης. Σε αυτήν την περίοδο δημιουργήθηκε η «ανθρώπινη φύση», την οποία φέρει ο καθένας μας μέσα του και η οποία ελάχιστα έχει αλλάξει από εκείνη την κρίσιμη χρονική περίοδο και μετά, δηλαδή από τη μετάβαση στην πολιτισμική εξέλιξη πριν από 40.000 χρόνια (κάτι που μεταξύ άλλων αναγνωρίζεται και από το γεγονός ότι και σήμερα ακόμη η ανθρωπότητα είναι εντυπωσιακά ενιαία από γενετικής άποψης —πολύ περισσότερο ομοιογενής για παράδειγμα από ό,τι οποιοσδήποτε πληθυσμός χιμπατζήδων στην Αφρική, η διάδοση των οποίων περιορίζεται σε μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα). Συνεπώς, η πολιτισμική εξέλιξη αποσυνδέθηκε από το μηχανισμό της γενετικής παράδοσης, ανέπτυξε νέες μορφές παράδοσης για τα νεόκοπα περιεχόμενά της, γι’ αυτό το λόγο εδώ και 40.000 χρόνια δεν έχει σημειωθεί καμιά περαιτέρω γενετική εξέλιξη.
Πρόκειται επομένως αρχικά για πρωτοπολιτισμικά σχήματα που καθορίζουν ακόμη και σήμερα τον τρόπο που αξιολογούμε τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά8. Πολιτισμικοί υπερσχηματισμοί μπορούν να βασιστούν σε αυτά τα πρωτοπολιτισμικά σχήματα, δεν μπορούν όμως να τα θέσουν εκτός ισχύος.
β. Γενετική εκτίμηση της αυτοομοιότητας
Η συμμετρία βεβαίως δεν εκτιμάται από εμάς μόνο ως χαρακτηριστικό του ανθρώπινου σώματος αλλά και πέρα από αυτό, για παράδειγμα στα φυτά, στην αρχιτεκτονική ή στην ακολουθία των αριθμών. Διαθέτουμε μια γενική αισθητική προτίμηση για μορφές της αυτοομοιότητας9. Και σε αυτήν την περίπτωση πρόκειται για μια παλιά κληρονομιά, που είναι γενετικά θεμελιωμένη.
Επιτρέψτε μου να αναφερθώ πιο διεξοδικά στις διαφορετικές μορφές αυτοομοιότητας.
Η πιο απλή εντοπίζεται στη συμμετρία κατόπτρου ή συμμετρία ως προς τον άξονα. Σε αυτή την περίπτωση το δεξί και το αριστερό ήμισυ μιας εικόνας είναι ακριβώς ίδια ως προς τον κεντρικό άξονα ενός κατόπτρου9α.
Ωστόσο, αυτή η πλέον απλή μορφή συμμετρίας δεν μας ικανοποιεί αισθητικά απόλυτα. Μπορεί κανείς να το δει αυτό παίρνοντας ως παράδειγμα την Αυτοπροσωπογραφία του Άλμπρεχτ Ντίρερ, από το 1500 (εικόνα 1). Κανείς δεν θα αμφισβητήσει ότι πρόκειται για ένα ιδιαίτερα ωραίο πρόσωπο. Αλλά είναι συμμετρικό; Αν διαχωρίσει κανείς τα δύο ημίσεα και συναρμολογήσει ξανά το κάθε ένα με το είδωλό του, σχηματίζοντας δύο ολόκληρα πρόσωπα (εικόνα 2), δεν διαπιστώνει μόνο πόσο διαφορετικά είναι τα δύο αυτά πρόσωπα, αλλά και ότι αυτά τα δύο τέλεια συμμετρικά πρόσωπα είναι πολύ λιγότερο ελκυστικά από ό,τι το αρχικό πρόσωπο, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν διαθέτει κάποια τέλεια συμμετρία, είναι όμως πολύ πιο ζωντανό.
Δεν μπορεί επομένως μόνο η συμμετρία κατόπτρου ή άξονα να παράγει την αισθητική γοητεία10. Πρέπει να προστίθεται και μια ένδειξη ζωντάνιας. Η ομορφιά δεν προκύπτει από κάποια ακολουθία μαθηματικής ακρίβειας αλλά από το οργανικό παιχνίδι γύρω από ένα πρότυπο (Σίλερ, Χέλντερλιν).
Ένα προφανώς οργανικό στοιχείο χαρακτηρίζει την αμέσως επόμενη μορφή αυτοομοιότητας, τη Χρυσή Τομή. Εδώ, όπως γνωρίζετε, η διαίρεση μιας απόστασης, σε αντίθεση με τη συμμετρία κατόπτρου, δεν γίνεται στη μέση, αλλά με τρόπο ώστε το μικρότερο τμήμα να συμπεριφέρεται απέναντι στο μεγαλύτερο όπως αυτό προς τη συνολική απόσταση11. Εδώ έχουμε επομένως μια ολιστική μορφή της αυτοομοιότητας12. Και επομένως μια μορφή αυτοομοιότητας, τυπική για τον οργανισμό, διότι για τους οργανισμούς είναι χαρακτηριστική η αλληλεξάρτηση μεταξύ των τμημάτων και του όλου.
Και οι αναλογίες σύμφωνα με τη Χρυσή Τομή θεωρούνται, όπως δείχνουν πρόσφατες μελέτες, ωραίες σε όλους τους πολιτισμούς13 —δηλαδή σε καμία περίπτωση μόνο στον πολιτισμό της Εσπερίας όπου θεωρούνταν «θεϊκή αναλογία»14 και όπου τα παραδείγματα της ελληνικής αρχιτεκτονικής (όπως για παράδειγμα ο Παρθενώνας εδώ στην Αθήνα) φτάνουν μέχρι τον 20ό αιώνα15.
Ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό παράδειγμα εκτός Ευρώπης είναι ο ζεν κήπος ξηρού τοπίου Ryōan-ji15α στο Κιότο —ο πιο γνωστός κήπος ξηρού τοπίου όχι μόνο στην Ιαπωνία αλλά σε όλο τον κόσμο. Και εδώ τόσο οι διαστάσεις της τετράγωνης αμμώδους επιφάνειας όσο και οι αποστάσεις των λίθων μεταξύ τους και από την περίμετρο είναι σύμφωνες με την αρχή της Χρυσής Τομής.16
Παραδείγματα ολιστικής αυτοομοιότητας δεν υπάρχουν μόνο στην τέχνη αλλά και στη φύση.16α
Αυτό αφορά για παράδειγμα τους φλοιούς των κουκουναριών και τους σπόρους ενός ηλιοτρόπιου ή τη διάταξη των οφθαλμών στην ουρά ενός παγονιού καθώς και τη δομή των μαλάκιων17. Η αυτοομοιότητα εδώ αποτελεί το επακόλουθο της αυτοοργάνωσης18,19.
Ένα ενδιαφέρον ερώτημα θα ήταν γιατί εμείς οι άνθρωποι αξιολογούμε αυτού του είδους την αυτοομοιότητα ως ωραία —γιατί δηλαδή με την αίσθηση της αισθητικής μας έχουμε διαμορφώσει έναν ανιχνευτή αυτοοργάνωσης— αλλά αυτό θα υπερέβαινε το παρόν πλαίσιο20.
Αυτή τη στιγμή θέλω μόνο να τονίσω ότι και η αισθητική απόλαυση πολύπλοκων σχημάτων της αυτοομοιότητας αποτελεί κοινό κτήμα της ανθρωπότητας —και κατ’ αυτόν τον τρόπο ένα κομμάτι της κληρονομιάς που έχει περιέλθει σε εμάς από την πρωτοπολιτισμική ανάπτυξη και συνεχίζει να ισχύει στο πλαίσιο της πολιτισμικής εξέλιξης....
Απόσπασμα από το δοκίμιο ΠΡΩΤΟΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΕΣ
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ του Wolfgang Welsch που δημοσιεύεται στο τεύχος 29ο του περιοδικού ΕΝΕΚΕΝ.O Βόλφγκανγκ Βελς (Wolfgang Welsch) (γεν. 1946) είναι ομότιμος καθηγητής φιλοσοφίας και ζει στο Βερολίνο. Δίδαξε μεταξύ άλλων στο Πανεπιστήμιο της Ιένας (1998-2012), στο Emory University (1998), Stanford University (1994-95), στο Πανεπιστήμιο του Χούμπολντ (1992-93), στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου (1987-1988). Τα ερευνητικά του ενδιαφέρονται έγκεινται στο χώρο της Ανθρωπολογίας και Επιστημολογίας, της Φιλοσοφικής Αισθητικής και Θεωρίας της Τέχνης, της Φιλοσοφίας των Πολιτισμών και της Σύγχρονης Φιλοσοφίας. Τα τελευταία χρόνια ανέπτυξε μια συνεπή εξελικτική αντίληψη σχετικά με τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο λαμβάνοντας υπόψη τόσο τη φυσική όσο και την πολιτισμική εξέλιξή του. Το 1992 βραβεύθηκε με το βραβείο έρευνας Max-Planck.
Σημαντικότερα έργα του:
- Aisthesis (1987)
- Unsere postmoderne Moderne (1987, 7. Aufl. 2008)
- Ästhetisches Denken (1990, 7. Aufl. 2010)
- Vernunft (1995, 4. Aufl. 2007)
- Grenzgänge der Ästhetik (1996)
- Undoing Aesthetics (1997)
- Immer nur der Mensch? (2011)
- Blickwechsel – Neue Wege der Ästhetik (Stuttgart: Reclam, 2012)
- Mensch und Welt (2012)
- Homo mundanus-Jenseits der anthropischen Denkform der Moderne (2012)
- Der Philosoph. Die Gedankenwelt des Aristoteles (2012)
Επιλογή και μετάφραση: Ανθή Βηδενμάιερ. Η Ανθή Βηδενμάιερ είναι επίκουρη καθηγήτρια της Θεωρίας και πρακτικής της λογοτεχνικής μετάφρασης, Γερμανικά - Ελληνικά. Από τις εκδόσεις ΕΝΕΚΕΝ κυκλοφορεί το βιβλίο της «Το παζλ της μετάφρασης», Θεσσαλονίκη, 2011, ISBN (978-960-98153-9-0) (210 σελ.). Κείμενα και μεταφράσεις της δημοσιεύνονται τακτικά στο περιοδικό ΕΝΕΚΕΝ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου